Share
Visit Us
email us
CLICK TO VIEW THE WHOLE PUBLICATION ONLINE

γράφει ο Πλάτων Ρούτης     proutis0107@rogers.com

Συνεχίζουμε το δεύτερο μέρος της αφήγησης «ταξίδι με τον Έλληνα μετανάστη» αυτή την εβδομάδα  με τον Λευτέρη Λιαμακερό. Σε αυτή την κουβέντα συνεχίζουμε να ανακαλύπτουμε ένα ακόμα μέρος της ζωής του και ανιχνεύουμε την ψυχή του με τα δικά του λόγια που έχει σαν στόχο να μας περπατήσει μέσα από τα μονοπάτια της δικής του ζωής.  Όλοι μας έχουμε να μάθουμε από αυτά που έχει να μας πει αυτός ο σύγχρονος Οδυσσέας που στην απόφαση του να αφήσει την πατρίδα και να καταλήξει εδώ έχει αφήσει τα αποτυπώματα του επάνω στη γη. Τα λόγια του είναι ατόφια δικά του και να μην κριθεί για το λογοτεχνικό του στυλ, άλλωστε αυτό που μας ενδιαφέρει είναι η ιστορία που γράφει αυτός ο απλός Έλληνας του Τορόντο.  

Από την Αθήνα έφυγα και πήγα στο Heidensite στην Γερμανία. Εκεί έφτασα ημέρα Πέμπτη. Δεν είχα χρήματα. Τα πενήντα σεντς που είχα τα πέταξα στην θάλασσα. Από Ελλάδα με καράβι πήγα μέχρι το Πριντεζι και από εκεί με τρένο στην Γερμανία.  Στο  Heidensite πήγα σε ένα γραφείο των μεταναστών και τους είπα σας παρακαλώ δεν έχω χρήματα να φάω και να μείνω κάπου, αν είναι να μου δανείσετε μερικά χρήματα και μου έδωκαν διακόσια μάρκα, ήτανε καλά λεφτά τότες. Πήγα και έστειλα εκατό στον πατέρα μου και τα εκατό τα βάστηξα εγώ γιατί δεν ήξερα που θα βρω δουλειά.
Δούλεψα στα τρένα ενάμιση χρόνο. Έρχεται ένας διερμηνέας και μας λέει όποιος θέλει να μάθει δυο-τρεις τέχνες μπορείτε να πάτε το βράδυ να σπουδάσετε. Εγώ σηκώνω το χέρι μου και λέω θέλω να γίνω μάστορας να οδηγάω το τρένο.  Έγινε μου λέει και πήγα στη σχολή, να μάθω οδηγός στα τρένα. Σε αυτόν τον ενάμιση χρόνο έμαθα πολλά πράγματα. Μία βραδιά είχαμε πάει για πράκτις και όπως γυρίζαμε πίσω, αυτός που ήτανε στις γραμμές να αλλάζει έκαμε λάθος νόμιζε ότι περάσαμε.  Έγινε σύγκρουση, είμασταν δεκαοχτώ άτομα και σκοτωθήκανε δέκα και ο μόνος που δεν έπαθε τίποτα ήμουνα εγώ.
Είμασταν κοντά σε ένα χωριό, ήρθανε και μας πήρανε και ακούσαμε ήτανε δέκα σκοτωμένοι. Μου κάνανε μπάνιο με καθαρίσανε. Όταν πήγαμε πίσω το πρωί εγώ σηκώθηκα και πάω στα γραφεία και έκανα παραίτηση.  Μου έδωσαν για ψυχική οδύνη 1700 μάρκα. Βγήκα έξω και πήγα σε ένα εργοστάσιο και δούλεψα. Εκεί που δούλευα είδα μία εφημερίδα και εγώ είχα μάθει καλά τα Γερμανικά διάβαζα ωραία. Διάβασα ότι μπορείς να πας στον Καναδά με αυτές τις ειδικότητες. Έτσι κατασκεύασα μια εικόνα ότι εγώ είμαι μαραγκός, και ρωτάνε μερικά πράγματα τα έγραψαν κάτω και έφυγα από το γραφείο..
Μετά από λίγο καιρό παίρνω ένα γράμμα να πάω να περάσω από γιατρούς. Ότι έγραφα και ότι τους είπα τα είχαν τσεκάρει και τα κρατούσανε. Μετά με ξαναρωτούσανε τις ίδιες ερωτήσεις να δουν αν έκαμα κανένα λάθος.  Μου δώσανε βαθμολογία 75%. Μαζί μου είχα πάρει και δυο φίλους και αυτούς τους κόψανε, εμένα με περάσανε, αλλά ως μαραγκός και εγώ δεν ήξερα ούτε πως να πιάνω το σφυρί. Όταν ήρθα στο Καναδά πήγα σε ένα μαραγκό και με το με είδε πως έπιανα το σφυρί μου λέει εσύ δεν ξέρεις τίποτα, του λέω εγώ ήθελα να έρθω στον Καναδά και έτσι μόνο μπορούσα να έρθω. Είχα κάτι συγγενείς εδώ και έμενα μαζί τους. Μετά από δύο μήνες μας σχόλασαν όλους.
Βρήκα δουλειά στα πιάτα. Εκεί δούλευα εφτά μέρες την εβδομάδα και έκανα 40 δολάρια την εβδομάδα. Δούλευα νύχτα εφτά μέρες την εβδομάδα. Αλλά την ημέρα έψαχνα για κάτι καλύτερο. Πήρα μια εφημερίδα με τα λίγα Εγγλέζικα που ήξερα και έμαθα ότι στο Thomson στην επαρχεία της Manitoba ζητούσανε εργάτες. Στέλνω γράμμα και εκεί και με ειδοποιούν να πάω σε ένα μικρό χωριό στο Depa. Με στέλνουν και πέρασα από γιατρούς και όλα εντάξει. Μετά με πήρε η εταιρεία και με πήγε στο Thomson. Εκεί μόνο με τρένο πήγαινες δεν πήγαινε αυτοκίνητο γιατί μόνο το τρένο πήγαινε και ελικόπτερο.  Ήταν τα ορυχεία που έβγαζαν νίκελ, στην Inco.  
Πήγα λοιπόν στην κομπανία και έπιασα δουλειά, στα υψικάμινα εκεί που λιώνανε το χώμα και έβγαζαν το νίκελ. Δούλεψα τρεις μέρες, τέσσερεις. Ο φόρμαν ήταν Γερμανός και εγώ τα Γερμανικά τα ήξερα. Πάω και του λέω αν έχει καμιά άλλη δουλειά δεν μπορούσα να δουλέψω του λέω αν δεν είχε άλλη δουλειά θα φύγω.
Δεν είχατε μάσκες και στολές στην υψικάμινα;  
Είχαμε αλλά ήταν πολύ σκληρή δουλεία. Να βλέπεις το μέταλλο να καίγεται, ήταν και η ραδιενέργεια. Πήγαινε σε κάτι σακούλες και έμπαινε μέσα το νίκελ. Αυτά τα λένε στα Ελληνικά «χελώνες» του είπα, ναι δεν ξέρω μου λέει.
Τελικά με έβγαλαν από εκείνη την δουλειά. Με έβαλαν σε μια άλλη δουλειά και μου δώσανε ένα ρολόι και όταν έβλεπα ένα ελάττωμα τους το έλεγα και το φτιάχνανε. Έκανα έλεγχο σε αυτές τις σακούλες. Έβλεπα που είχε ένα πρόβλημα το σημείωνα πήγαιναν άλλοι εργάτες και το φτιάχνανε. Εκεί δούλεψα τρία- τέσσερα χρόνια με 3.25 δολάρια την ώρα.
Τι ηλικία ήσουν τότε που δούλευες εκεί στην Inco;
Στον Καναδά ήρθα όταν ήμουν 26 χρονών. Αυτά τα τέσσερα χρόνια που δούλευα δεν πιάστηκαν στην σύνταξη. Όλα τα προηγούμενα χρόνια πήγαν χαμένα.  Φεύγω από την Inco έρχομαι στο Τορόντο μετά πάω στην Ελλάδα.  
Πήγα στο νησί μου παντρεύτηκα και μετά γυρίζω πίσω μετά από εφτά μήνες.
Δηλαδή πήρες την σύζυγο από το νησί σου.
Όπως λέμε παπούτσι από τον τόπο σου κλπ. Ναι πήγα σε ένα γάμο στο νησί και ένας φίλος μου λέει «τώρα ήρθες θα σε παντρέψουμε». Αυτός ο φίλος με είχε μάθει να θερίζω, να σκάβω, πόσο ήμουνα τότε δεκάξι χρονών παιδάκι και ήταν σκληρή δουλειά. Δούλεψα μικρός και μετά τον δεύτερο χρόνο ήμουνα θηρίο.
Όταν γύρισα πίσω στον Καναδά, είχα και τη γυναίκα μου μαζί νοίκιασα ένα διαμέρισμα και έπιασα δουλειά σε ένα ρέστοραν. Τότε έπαιρνα ενενήντα δολάρια την εβδομάδα. Αλλά έψαχνα και άλλη δουλειά να κάμω. Ήταν ένα πάρτι μεγάλο περίπου διακόσια άτομα. Είχε δύο πιατάδες, βοηθούς, αυτοί έκαμαν την δουλεία όλη. Τελείωσαν την δουλειά τους λέω καθήστε να φάμε.   Μου λέει ο ένας εγώ θέλω μακαρόνια με κιμά. Ο άλλος μου λέει εμένα θα μου δώσεις ένα μικρό στεκάκι. Τι ήταν αυτό ένα μικρό κομμάτι 30 σεντς έκανε. Ο ένας ήθελε μακαρόνια με κιμά; Και ο άλλος ένα μικρό στεκάκι. Τους τα έφτιαξα και τα έτρωγαν. Μετά ήρθε το αφεντικό. Βλέπει τώρα που τρώνε και μου λέει του έκανες μακαρόνια και έδωσες και στεικ? Του λέω αυτό ήθελε να φάει και του το έφταιξα. Αυτός έκανε τόση δουλειά δεν κάνει να φάει; Δεν κάνεις καλά μου λέει. Εσύ είσαι καλός μάγειρας και σου έδωσα και αύξηση μου λέει  αλλά οι εργάτες ένα φαγητό θα τρώνε όχι δύο. Του λέω πόσο κάνει αυτά που έφαγε ο άνθρωπος θα τα πληρώσω εγώ. Αυτό που σου λέω εγώ μου λέει αν σου αρέσει αν δεν σου αρέσει. Τότε βγάζω την ποδιά μου και έφυγα δεν ήθελα την αδικία.
Πάω την άλλη μέρα να πληρωθώ και να καθαρίσω μαζί του και ένας άλλος με ρωτάει τι έγινε, έχεις καλή δουλειά παίρνεις καλά φράγκα τι σε νοιάζει εσένα; Τι είπες του λέω να μη με νοιάζει; Είσαι και εσύ σαν και αυτόν παλιάνθρωπος είσαι και σηκώθηκα και έφυγα.
Βγαίνω έξω πάω στο καφενείο εκεί παίζανε χαρτιά και βρίσκω κάποιον εκεί γνωστό και του λέω δεν έχω δουλειά. Θα σε πάρω εγώ μαζί μου μου είπε. Πάω την Δευτέρα το βράδυ και με πήραν στη δουλειά και δούλεψα δέκα χρόνια εκεί μέσα. Σε αυτή τη δουλειά δούλεψα σερβιτόρος. Εκεί έκανα καλά χρήματα, πήρα το σπίτι, μεγάλωσα τα παιδία μου τα πάντρεψα. Έχω τρία παιδιά, δυο αγόρια και ένα κορίτσι. Έχω εννέα εγγόνια.  
Μετά από δέκα χρόνια που δούλεψα εκεί η εταιρεία πουλιέται. Φεύγω από εκεί και πάω στο Canada House. Εκεί δούλεψα είκοσι χρόνια σερβιτόρος πάλι. Αυτό μέχρι που πήρα την σύνταξη. Τριάντα χρόνια τάιζα και πότιζα τον κόσμο. Τώρα πάω στο καφενείο και εκεί περνάω την ώρα μου παίζουμε χαρτιά αλλά όσο περνάει ο καιρός σιγά σιγά αραιώνουμε.
Λευτέρη τελειώνοντας τη συζήτηση μας έχω και εγώ να σου πω μερικά από τα πράγματα που εντόπισα.
Από τότε που ακόμα ήσουν στο νησί σου στην Κω αλλά και στη συνέχεια είδαμε τη ζωή σου να ξετυλίγεται και να είσαι συνέχεια σε μία κίνηση από το ένα μέρος στο άλλο προσπαθώντας να βρεις ένα τόπο να ριζώσεις και να ζήσεις ήρεμα με την οικογένεια σου.
Όλα αυτά τα πέτυχες και δεν σου χαρίστηκαν.
Είσαι και εσύ από εκείνα τα παιδιά που η Ελλάδα τα έσπρωξε στην μετανάστευση. Δούλεψες σκληρά και στον αγώνα σου αυτόν είδες και έζησες την αδικία στο πετσί σου και σαν εργάτης απέκτησες ταξική συνείδηση.
Ήταν επόμενο να βρίσκεσαι και να αγωνίζεσαι μαζί με άλλους συντρόφους σου ακόμα και σε αυτή την ηλικία για το δίκιο της τάξης που ανήκεις, την εργατική τάξη.
Από την δική μου μεριά αλλά και από την εφημερίδα «Ελληνικός Τύπος» θέλω να ευχαριστήσω εσένα και την σύζυγο σου που με ανεχτήκατε αυτές τις ώρες στο σπίτι σας.
Όσοι επιθυμούν να διαβαστεί η ιστορία τους θέλω να τους ενθαρρύνω να έρθουν σε επαφή και να μιλήσουν μαζί μου. Το email μου είναι στην αρχή της ιστορίας, ή στείλετε μήνυμα Plato Routis.

Posted 
April 21, 2023
 in 
Απόψεις
 category

Join Our Newsletter and Get the Latest
Posts to Your Inbox

No spam ever. Read our Privacy Policy
Thank you! Your submission has been received!
Oops! Something went wrong while submitting the form.