Share
Visit Us
email us
CLICK TO VIEW THE WHOLE PUBLICATION ONLINE

Του Σωτήρη Βαλντέν*
Τι σημαίνει σήμερα η διάσπαση του ΚΚΕ το 1968 για τον (νέο) Έλληνα πολίτη; Περίπου τίποτε, νομίζω. Ακόμη και πολλοί αριστεροί την γνωρίζουν -αν τη γνωρίζουν- ως ένα από τα αναρίθμητα επεισόδια διενέξεων και ρήξεων στη μακρά ιστορία της Αριστεράς. Βέβαια για όσους, όπως ο υπογράφων, ανήκαμε επί δεκαετίες στη φυλή των "κομμουνιστών της Ανανέωσης", η Διάσπαση (με μεγάλο Δ) σημάδεψε την πολιτική μας διαδρομή. Σε κάθε περίπτωση, αποτελεί κομβικό σημείο στην πορεία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, ενός κινήματος που έπαιξε επί μακρόν σημαντικό ή και πρωταγωνιστικό ρόλο στην ιστορία της χώρας. Οπότε αξίζει ίσως να της αφιερωθούν κάποιες σκέψεις με την ευκαιρία των 50χρονων της.
«Είμαστε με τους μέσα»
Προσωπικά, δεν έζησα άμεσα τη Διάσπαση του 1968. Ήμουν 18 χρονών μαθητής και είχα μόλις ενταχθεί στον παράνομο «Ρήγα Φεραίο». Άκουσα γι' αυτήν από τη «Φωνή της Αλήθειας» (τον Ρ/Σ του ΚΚΕ) και ρώτησα την καθοδήγησή μου «με ποιους είμαστε». «Με κανέναν από τους δυο», μου απάντησε. «Είμαστε με τους μέσα». Και εννοούσε το Γραφείο Εσωτερικού που στην πρώτη φάση εμφανίστηκε -για λόγους τακτικής- ως «τρίτη δύναμη». Αυτή η γεωγραφική τοποθέτηση με ικανοποίησε τότε πλήρως. Αργότερα βέβαια κατάλαβα ότι η γεωγραφία δεν αρκούσε, ούτε βέβαια αποτελούσε την κύρια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο ΚΚΕ και σε μας, διαμόρφωνε όμως μια κοινωνιολογική πραγματικότητα της ηγεσίας και των στελεχών του Κόμματος που δεν ήταν χωρίς σημασία εκείνα τα χρόνια.
Όσοι συμμετείχαμε στο εγχείρημα της κομμουνιστικής ανανέωσης το αναπολούμε με ανάμεικτα αισθήματα υπερηφάνειας και πικρίας. Υπερηφάνειας, επειδή στο κομμουνιστικό κίνημα υπήρξαμε πρωτοπόροι στη απόρριψη πρακτικών και ιδεών που ήσαν ολοένα και πιο ξεπερασμένες και προβληματικές και εισαγάγαμε τις έννοιες της δημοκρατίας (στην κοινωνία και το κόμμα), της μη εξάρτησης από ξένα κέντρα, του σεβασμού της αυτονομίας των μαζικών κινημάτων και -λίγο αργότερα- της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ταυτόχρονα όμως αισθανόμαστε πικρία γιατί το εγχείρημα αυτό -αν και μπόλιασε το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων της χώρας- απέτυχε, συνθλιβόμενο ανάμεσα στο ΚΚΕ -με τα μέσα και την ιδεολογική κάλυψη που του παρείχε η Μέκκα του κομμουνισμού- και το λαϊκιστικό ΠΑΣΟΚ που αντιπροσώπευε τη ρεαλιστική προοπτική αλλαγής.
Ακούμε συχνά -από παραδοσιακούς αντικομμουνιστές ή και από όψιμους "ανανήψαντες", που ανάγουν την ιστορία του κομμουνισμού σε ένα σύνολο εγκλημάτων πως η διαμάχη δογματισμού - ανανέωσης στο ελληνικό και διεθνές κομμουνιστικό κίνημα ήταν «περί όνου σκιάς». Το ΚΚΕ εξαρτιόταν από τη Μόσχα και το ΚΚΕ Εσωτερικού από το Βουκουρέστι, και τα δύο διέγραφαν τους διαφωνούντες, οπότε ποια η διαφορά;
Ο δημοκρατικός δρόμος, η Ευρώπη, τα κινήματα
Πρόκειται, πιστεύω, για μια αντιιστορική προσέγγιση. Υποτιμά τις εσωτερικές διεργασίες ενός επαναστατικού κινήματος που υπήρξε επί δεκαετίες εν πολλοίς πρωτοπόρο στους αγώνες για ελευθερία και πρόοδο. Διαφορές υπήρχαν, και μεγάλες. Η στήριξη του ΚΚΕ Εσωτερικού από Βουκουρέστι (και Βελιγράδι), που γινόταν στη βάση της κοινής αντίθεσης στον σοβιετικό ηγεμονισμό, καμία σχέση δεν είχε με την ολοκληρωτική ιδεολογική, πολιτική και οικονομική πρόσδεση του ΚΚΕ στο σοβιετικό άρμα. Οι όποιες αντιδημοκρατικές πρακτικές στο Εσωτερικό καμία σχέση δεν είχαν με τον σταλινισμό του ΚΚΕ, όπου η διαφωνία απαγορευόταν, ή και με τα λοιπά κόμματα, όπου κυριαρχούσαν ο αρχηγισμός και οι προύχοντες. Και βέβαια η στρατηγική που βαθμιαία διαμόρφωσε το ΚΚΕ Εσωτερικού για τον δημοκρατικό δρόμο, τις συμμαχίες, την Ευρώπη, τα μαζικά κινήματα, το διαφοροποιούσε ριζικά από το ΚΚΕ.
Ένα εγχείρημα που συντελούνταν στο πλαίσιο του διεθνούς κομμουνισμού, στη φάση που ο τελευταίος βρισκόταν σε αμετάκλητη πορεία παρακμής, δεν μπορούσε παρά να είναι κι αυτό καταδικασμένο. Τα πολυάριθμα εσωτερικά προβλήματα και "λάθη" δεν ήταν σε τελευταία ανάλυση παρά απόρροια του ότι επιβαίναμε σε ένα πλοίο που βούλιαζε. Από ένα σημείο και πέρα, κριτήριο της δικαίωσής μας ήταν το κατά πόσο θα κατορθώναμε να "τραβήξουμε" το κίνημά μας στην υπέρβαση του κομμουνισμού. Πιστεύω πως στο ΚΚΕ Εσωτερικού πολλοί αντιληφθήκαμε το πρόβλημα έγκαιρα, πριν από την κατάρρευση του 1989 (και πριν από τους -κατά τα άλλα πιο πρωτοπόρους- Ιταλούς συντρόφους μας). Όμως η υπέρβαση υπήρξε σχεδόν όσο τραυματική και η Διάσπαση.


Η αυταπάτη
Για την ανανεωτική Αριστερά, η λέξη «διάσπαση» δεν σηματοδοτούσε μόνο το σημείο εκκίνησης του κόμματός μας το 1968. Παρέμενε ζωντανή επί δύο τουλάχιστον δεκαετίες, μέσα από τη συνεχή -και συχνά εξαιρετικά στείρα- αντιπαλότητα με το ΚΚΕ, αλλά και από την προσδοκία -φανερή ή κρυφή- πως η διασπασμένη οικογένειά μας κάποτε θα ξαναενωθεί. Σε συνθήκες κατάρρευσης του διεθνούς κομμουνισμού, η προσδοκία αυτή φάνηκε προς στιγμήν πως θα πραγματοποιηθεί και μάλιστα προς την κατεύθυνση της ανανέωσης, ώσπου μια άλλη διάσπαση, το 1991, διέλυσε οριστικά την αυταπάτη.
Η μεγάλη εικόνα για την αποτυχία του ΚΚΕ Εσωτερικού είναι, κατά τη γνώμη μου, όπως ήδη ανέφερα, η γενικότερη καθοδική πορεία του κομμουνισμού, η τεράστια στήριξη του ΚΚΕ από τη Μόσχα και ο ψυχρός πόλεμος που καθιστούσε το ΠΑΣΟΚ μόνη ρεαλιστική δύναμη αλλαγής στην Ελλάδα. Όμως υπήρχαν ασφαλώς και εσωτερικοί προς τον χώρο μας παράγοντες, εν πολλοίς προϊόντα βέβαια της μεγάλης εικόνας. Ένας τέτοιος παράγοντας, κι όχι από τους μικρότερους, επίκαιρος πάλι υπό άλλες συνθήκες σήμερα, ήταν η συχνά δύσκολη σχέση του ΚΚΕ Εσωτερικού με τη λαϊκότητα. Συχνά τη συγχέαμε με τον λαϊκισμό και την υποτιμούσαμε γι' αυτό. Και η ρητορεία ενός Κύρκου δεν έφθανε για να ανατρέψει αυτή την τάση.
Η διάσπαση του 1968 και η πορεία της ανανεωτικής Αριστεράς στην Ελλάδα εντάσσεται στο ευρύτερο κίνημα που ονομάστηκε ευρωκομμουνισμός και το οποίο άνοιξε τον δρόμο για την υπέρβαση του ιστορικού σχίσματος ανάμεσα σε σοσιαλδημοκρατία και κομμουνισμό. Με δεδομένους τους συσχετισμούς, τη χρεοκοπία του υπαρκτού σοσιαλισμού, αλλά και το σχετικά επιτυχές εγχείρημα της σοσιαλδημοκρατίας στην οικοδόμηση του μεταπολεμικού κοινωνικού κράτους, η επανένωση δεν μπορούσε παρά να γίνει προς την κατεύθυνση της σοσιαλδημοκρατίας. Ωστόσο, κατά την τελευταία εικοσαετία η σοσιαλδημοκρατία και το μοντέλο της βρίσκονται και αυτά σε μείζονα κρίση, κάτι που δεν πρέπει να λησμονούν όσοι στα καθ' ημάς τα προβάλλουν ως το μαγικό κλειδί για τη λύση των προβλημάτων μας. Πολλώ μάλλον που η ελληνική πρόσφατη εμπειρία από τη σοσιαλδημοκρατία δεν είναι από τις καλύτερες.

Ο Μίμης Δεσποτίδης
Δεν θα ήθελα να παραλείψω να αναφερθώ στον Μίμη Δεσποτίδη, στον οποίο είναι αφιερωμένη και η σημερινή εκδήλωση.
Ο Δεσποτίδης υπήρξε για μένα τη δεκαετία του '70 κάτι σαν πνευματικός πατέρας. Κατά το πραξικόπημα του 1967 είχε βρεθεί εκτός Ελλάδας και έτσι έμεινε στο Παρίσι, όπου και τον γνώρισα. Συναντιόμασταν συχνά σε καφενεία της πόλης ή και περπατούσαμε στους δρόμους και είχαμε μακρύτατες συζητήσεις. Όπως τόσοι άλλοι που τον γνώρισαν, διαπίστωσα ότι επρόκειτο για έναν εξαιρετικά χαρισματικό άνθρωπο, ακαταμάχητο ιδεολογικό καθοδηγητή, με οξύ κριτικό πνεύμα και ανανεωτικές ιδέες, πολέμιο κάθε δογματισμού, περιλαμβανομένου -ή ίσως και ιδίως- του "εντός των τειχών". Είχε επιπλέον ένα φοβερό χιούμορ που κυριολεκτικά έσπαγε κόκκαλα.
Η επιρροή του πάνω μου υπήρξε κρίσιμη για την πολιτική μου ωρίμανση, καθώς μαζί του δοκίμαζα, επιβεβαίωνα ή διόρθωνα τις κάπως πρωτόγονες νεανικές δικές μου ιδεολογικές και πολιτικές αναζητήσεις. Αποτέλεσε για μένα και έναν μπούσουλα στους δύσκολους εσωκομματικούς δαιδάλους. Γι' αυτό και η θλίψη μου ήταν μεγάλη όταν, μετά τη μεταπολίτευση, παρακολούθησα από κοντά το αργό τέλος του. Την τραγική τελική πορεία του Μίμη ερμηνεύω και σήμερα ως συμβολική της πορείας της ελληνικής ανανεωτικής Αριστεράς, αν όχι και του κομμουνιστικού κινήματος στο σύνολό του.
Η σημερινή κρίση και η έλλειψη οράματος
Η περίοδος που περνάμε σήμερα, μισόν αιώνα μετά τη δικτατορία, τον γαλλικό Μάη και τη διάσπαση του ΚΚΕ, δεν είναι ασφαλώς για την Αριστερά μια περίοδος αισιοδοξίας, όπου θα μπορούσαμε να πούμε πως οι αγώνες και οι προσδοκίες μας δικαιώθηκαν. Στην Ελλάδα, πάνω στα ερείπια που προκάλεσε η κρίση και η δήθεν θεραπεία της, η Αριστερά αγωνίζεται να αρθρώσει ένα λόγο που να πηγαίνει πέρα από το ότι διαχειρίζεται την αναγκαστική κατάσταση λιγότερο κακά από άλλους. Στην Ευρώπη και τον κόσμο, η Αριστερά σε όλες της τις εκδοχές φαίνεται να φθίνει σχεδόν παντού και κοιτάζει αμήχανα το φούντωμα της Ακροδεξιάς και την επιβολή ενός ακραίου καπιταλισμού της ζούγκλας. Και εδώ και έξω λείπει παντελώς το οραματικό στοιχείο που αποτελούσε τη βάση της στράτευσής μας στην Αριστερά σε προηγούμενες δεκαετίες.
Για μερικούς, η απάντηση σ' αυτή τη γενικότερη κρίση της Αριστεράς είναι η πλήρης εγκατάλειψη των πολιτικών και των αξιών της, η ενσωμάτωση στις πολιτικές και τις ιδεολογίες της Δεξιάς. Η προσέγγιση αυτή παραβλέπει πως η σημερινή κρίση της σοσιαλδημοκρατίας και τα αδιέξοδα των δυτικών κοινωνιών μας έρχονται ακριβώς μετά από μια πολυετή περίοδο ηγεμονίας του νεοφιλελευθερισμού, ακόμη και μέσα στη σοσιαλδημοκρατία. Θα ήταν συνεπώς πιο γόνιμο να αναζητήσουμε λύσεις στον μετασχηματισμό και την υπέρβαση των καπιταλιστικών κοινωνιών προς την κατεύθυνση της αλληλεγγύης, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους.
Τέτοιες λύσεις δεν μπορούν φυσικά να κοιτούν προς τα πίσω. Δεν μπορούν και να αναζητηθούν σε στενά εθνικά πλαίσια. Όμως ορισμένα βασικά, όπως η πεποίθηση πως τα συμφέροντα των τάξεων και των κοινωνικών ομάδων δεν συμπίπτουν αρμονικά, η βαθιά πίστη στην ανάγκη της πάλης για έναν δικαιότερο και ειρηνικό κόσμο και η ανάγκη η Αριστερά να είναι με το μέρος των «από κάτω», παραμένουν και σήμερα επίκαιρα όσο ποτέ, απαράβατος όρος για μια Αριστερά που θα ξεπεράσει την κρίση της. Οι φοβερές εξελίξεις της τελευταίας δεκαετίας, εδώ και διεθνώς, δυνάμωσαν, δεν αδυνάτισαν το συμπέρασμα αυτό. Και στην κοινή κληρονομιά της Αριστεράς θα πρέπει να κρατήσουμε και στοιχεία της αριστερής κριτικής προς τη σοσιαλδημοκρατία, κριτικής που υπάρχει στις αποσκευές της ανανεωτικής Αριστεράς.
* Παρέμβαση σε εκδήλωση που οργάνωσαν οι εκδόσεις «Θεμέλιο» με θέμα «50 χρόνια από τη διάσπαση του ΚΚΕ και η γέννηση του ΚΚΕ Εσωτερικού» στις 4 Μαΐου 2018 στη 15η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου στη Θεσσαλονίκη.

Σαν σήμερα, 15 Σεπτεμβρίου, η μεγάλη διάσπαση του ΚΚΕ και της ΚΝΕ
Η συμπλήρωση 32 χρόνων από τη μεγάλη διάσπαση του ΚΚΕ που οδήγησε χρόνια μετά στη «γέννηση» του ΣΥΡΙΖΑ, συμπίπτει χρονικά με μια κρίσιμη στιγμή για το μέλλον του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Νίκος Δεμισιώτης
Στη μακρά ιστορία της Αριστεράς τα επεισόδια διενέξεων και ρήξεων είναι αναρίθμητα. Το βλέπουμε και τώρα με τα όσα συμβαίνουν στον «δρόμο» προς την εκλογή του νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ. Για παράδειγμα, το ΚΚΕ έχει υποστεί στο παρελθόν τρεις πολύ μεγάλες διασπάσεις. Η πρώτη ήταν το 1956 και προκλήθηκε όταν το Κομμουνιστικό Κόμμα Σοβιετικής Ένωσης (ΚΚΣΕ) και άλλα πέντε κομμουνιστικά κόμματα από το πρώην Ανατολικό Μπλοκ, επενέβησαν στα εσωτερικά του ντόπιου κόμματος. Κορύφωση εκείνης της κρίσης ήταν, φυσικά, η διαγραφή του Νίκου Ζαχαριάδη.
Η δεύτερη μεγάλη διάσπαση έγινε το 1968 και οδήγησε στο να υπάρχουν δυο κομμουνιστικά κόμματα στην Ελλάδα. Το ΚΚΕ και το ΚΚΕ Εσωτερικού. Η τρίτη (τελευταία μέχρι και σήμερα), επίσης μεγάλη, διάσπαση, επισημοποιήθηκε μια ημέρα σαν σήμερα, πριν από 32 χρόνια. Για πολλούς αυτή η διάσπαση του 1991 ήταν το «δεύτερο ημίχρονο» της διάσπασης του 1968.
Ήταν η ημέρα (ανήμερα των 23ων γενεθλίων της ΚΝΕ) που η ανανεωτική πτέρυγα με επικεφαλής τη Μαρία Δαμανάκη, τον Μίμη Ανδρουλάκη, τον Παναγιώτη Λαφαζάνη και τον Γιάννη Δραγασάκη (που τότε αποτελούσαν περίπου το 50% της Κεντρικής Επιτροπής) έφυγαν από το Κόμμα. Η διάσπαση εκείνη «δημιούργησε» τον Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου που αποτέλεσε τον πρόδρομο του ΣΥΡΙΖΑ.

«Έφαγε το κατσίκι κλαρί; Λύκος να φάει τη μάνα του»
Υπάρχει ένας μύθος (;) που λέει ότι όσοι έβλεπαν τη διάσπαση του 1991 να πλησιάζει επικίνδυνα, επιχείρησαν, με διάφορους τρόπους, να ανακόψουν αυτή την πορεία. Λίγες ώρες πριν ανοίξει τις πύλες του το 13ο Συνέδριο του Κόμματος (Φεβρουάριος του 1991) όπου ήταν περίπου δεδομένο πως θα βγουν τα «μεγάλα μαχαίρια», λέγεται, πως ο Μίμης Ανδρουλάκης και ο Παναγιώτης Λαφαζάνης πήγαν στο σπίτι του Χαρίλαου Φλωράκη στο Χαλάνδρι προκειμένου να τον πείσουν να πάρει εκείνος το τιμόνι του Κόμματος ώστε να αποφευχθεί η οριστική ρήξη ανάμεσα στην παλιά φρουρά του ΚΚΕ και στη νεότερη. Ο «καπετάν Γιώτης» εκτίμησε πως τα δυο αγαπημένα του παιδιά είχαν πάει εκεί για να κάνουν μια ντρίμπλα, να κερδίσουν χρόνο και εντυπώσεις και τελικά στο Συνέδριο να κερδίσουν αυτό που ήθελαν. Η απάντησή του ήταν αρνητική και τους είπε, μάλιστα, και μια παροιμία: «Έφαγε το κατσίκι κλαρί; Λύκος να φάει τη μάνα του» (σσ: την χρησιμοποιούμε συνήθως για να δείξουμε την αγνωμοσύνη των παιδιών προς τους γονείς τους)! Στην πραγματικότητα αυτό που ζήτησαν οι Ανδρουλάκης και Λαφαζάνης από τον Φλωράκη ήταν κάτι πολύ μεγαλύτερο από την ανάληψη της ηγεσίας του ΚΚΕ προκειμένου αυτό να μη διασπαστεί.
Από την πτώση του Ανατολικού Μπλοκ όσα Κομμουνιστικά Κόμματα επιβίωσαν των κοσμογονικών αλλαγών, τέθηκαν μπροστά σε ένα υπαρξιακό αλλά ταυτόχρονα και ιδεολογικό δίλημμα. Θα παραμείνουν πιστά στον «δοκιμασμένο» και «ορθόδοξο» δρόμο του Μαρξισμού – Λενινισμού ή θα αλλάξουν πορεία και θα επιχειρήσουν να «χτίσουν» την Αριστερά της επόμενης ημέρας;
Στην πραγματικότητα αυτό ήταν ένα δίλημμα που είχε θέσει μερικά χρόνια νωρίτερα ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, με την περίφημη περεστρόικα (αναδόμηση) και την γκλάσνοστ (διαφάνεια). Ο τότε ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, επιχείρησε (σύμφωνα με τους υποστηρικτές του) να δώσει μια νέα πνοή στον υπαρκτό σοσιαλισμό αλλά τελικά αυτό που κατάφερε (σύμφωνα με τους πολέμιούς του) ήταν να μετατραπεί σε «χρήσιμο ηλίθιο» για τις καπιταλιστές χώρες της Δύσης που «έβαλαν το χεράκι τους» για να καταρρεύσει το Ανατολικό Μπλοκ.
Τα όσα ακολούθησαν της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου λειτούργησαν σαν «τσουνάμι» το οποίο φυσικά και δε θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστο το εσωτερικό του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας. Οι ρόλοι αντιστράφηκαν προκειμένου να λειτουργήσουν ως αντεπιχειρήματα. Οι της παλιάς φρουράς χρησιμοποιούσαν την περεστρόικα ως παράδειγμα προς αποφυγή, ως μια πολιτική αποκοτιά που μπορεί να οδηγήσει στη διάλυση. Οι της νέας γενιάς έδειχναν την κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ και «φώναζαν» πως χωρίς ανανέωση το τέλος είναι πιο κοντά από κάθε άλλη φορά.

Η μεγάλη διάσπαση σε ΚΚΕ και ΚΝΕ
Σύμφωνα με τον Μίμη Ανδρουλάκη τα πράγματα, εκείνο το βράδυ στο Χαλάνδρι, έγιναν λίγο διαφορετικά αφού συμφώνησαν στο να γίνει ο Φλωράκης επίτιμος πρόεδρος και να βρεθεί ένας Γενικός Γραμματέας κοινής αποδοχής ως μεταβατική λύση, χωρίς, όμως, να καταλήξουν σε συγκεκριμένο όνομα. Ο Φλωράκης τους είπε ότι θα το συζητήσει το πρωί με τα στελέχη της πλευράς του. «Θυμάμαι, δεν κοιμήθηκα καθόλου. Πήγα στον Περισσό πρωί - πρωί και περιφερόμουν. Θυμάμαι τον Χαρίλαο να τους μαζεύει, τον Τσολάκη (σσ: εννοεί τον Κώστα Τσολάκη, ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ και αντάρτη του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ με το ψευδώνυμο ''Γιάννος'') και τους άλλους, στα υπόγεια του κτιρίου. Μόλις μπήκαν μέσα, ο Τσολάκης είχε φανατίσει προηγουμένως και τους άλλους, του είπαν ότι ''πάλι ήρθε ο κοντός να σε ρίξει, θα σε οδηγήσουν πάλι σε λάθος κατευθύνσεις, σε κατέστρεψαν μια φορά, θα το ξανακάνουν'' και ουσιαστικά κατέληξαν ''ή τους καθαιρείς τώρα ή όχι''. Πώς όμως να μας καθαιρέσουν, αφού την πλειοψηφία την είχαμε εμείς. Ο Τσολάκης μαγείρεψε όμως τη διαδικασία, έχωσε κάτι οργανώσεις - φαντάσματα, όπως της Τασκένδης κ.λπ., μας τη φέρανε και χάσαμε το Συνέδριο».
Η απάντηση, λοιπόν, του Φλώράκη σε αυτό το υπαρξιακό δίλημμα, ήταν ξεκάθαρη. Και κάπως έτσι το ΚΚΕ πήγε σε εκείνο το πολεμικό συνέδριο. Από τη μια πλευρά στελέχη όπως ο Φλωράκης, ο Κολοζώφ, ο Μάιλης, ο Γόντικας, ο Κωστόπουλος και φυσικά η Αλέκα Παπαρήγα και από την άλλη Ανδρουλάκης, Λαφαζάνης, Δραγασάκης, Αλαβάνος, Χουντής και φυσικά η Μαρία Δαμανάκη οι οποίοι είχαν την πολιτική στήριξη του ιστορικού στελέχους του ΚΚΕ, Γρηγόρη Φαράκου.
Οι «παλιοί» ήταν «μπετοναρισμένοι» από τη Μαρξιστική και Λενινιστική ιδεολογία. Οι «νέοι» είχαν την εξέγερση του Πολυτεχνείου του 1973 αλλά και την ανάγκη για «ανανέωση πριν είναι αργά» να τους ενώνει αλλά από εκεί και πέρα, ιδεολογικά, «έχαναν» λίγο στο πολιτικό και θεωρητικό κομμάτι αφού απέρριπταν πρακτικές και ιδέες που ήταν «ξεκάθαρα ξεπερασμένες» και πρότειναν (γενικόλογα) τις δημοκρατικές διαδικασίες (στην κοινωνία και το Κόμμα) και τη μη εξάρτηση από ξένα κέντρα.
Στο επίκεντρο αυτής της κουβέντας βρισκόταν, φυσικά, ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου ο οποίος είχε ιδρυθεί στις 7 Απριλίου του 1989 ως εκλογική συμμαχία. Βασικός πυλώνας ήταν το ΚΚΕ, συμμετείχε η Ε.ΑΡ. (Ελληνική Αριστερά, του Λεωνίδα Κύρκου που είχε σαφή ευρωπαϊκό προσανατολισμό) και άλλα μικρότερα κόμματα του κεντροαριστερού χώρου. Οι «ανανεωτικοί» ήθελαν ουσιαστικά το ΚΚΕ να ενσωματωθεί πλήρως μέσα σε αυτόν τον πολιτικό σχηματισμό ο οποίος θα έπαιρνε τη μορφή ενός ενιαίου κόμματος.
Πέρα από το ΚΚΕ, ωστόσο, ανάλογος αναβρασμός επικρατεί και στην ΚΝΕ. Και στη Νεολαία του Κομμουνιστικού Κόμματος είναι ξεκάθαρη η εικόνα ρήξης η οποία επιβεβαιώθηκε και στο 5ο Συνέδριο το οποίο πραγματοποιήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 1990. Εκεί εκλέγεται Γενικός Γραμματέας της Νεολαίας ο Τάκης Θεοδωρικάκος (ο μετέπειτα υπουργός της ΝΔ και στενός συνεργάτης του Κυριάκου Μητσοτάκη). Κάποιοι το θεωρούν μεγάλη έκπληξη δεδομένου πως ο Θεοδωρικάκος πριν από το συνέδριο δεν ήταν καν μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της ΚΝΕ. Για όσους, όμως, ήξεραν να διαβάζουν πίσω από τις λέξεις και είχαν γνώση του παρασκηνίου αυτό δεν ήταν καθόλου έκπληξη αφού ο Θεοδωρικάκος ήταν ο εκλεκτός της «ανανεωτικής πτέρυγας» που με τον τρόπο αυτό έστελνε ένα «ηχηρό μήνυμα» στην... απέναντι πλευρά.
Βέβαια, από το σημείο εκείνο και έπειτα, οι εξελίξεις είναι καταιγιστικές και πολυεπίπεδες. Με την ΚΝΕ χωρισμένη στα δυο, η θητεία του Θεοδωρικάκου είναι εξαιρετικά σύντομη. Στη μεγάλη διάσπαση της επόμενης χρονιάς, ο Θεοδωρικάκος, μαζί με άλλους «ανανεωτικούς», θα πάρει τον δρόμο προς τον Συνασπισμό ενώ η ΚΝΕ θα ανασυγκροτηθεί και θα περάσει στην επόμενη ημέρα με Γενικό Γραμματέα τον Νίκο Σοφιανό.
Το κλίμα επιδείνωναν και οι εφημερίδες της εποχής. Για παράδειγμα, η «Ελευθεροτυπία» έγραφε  ότι «η πολιτική παρουσία και δράση του ΚΚΕ επηρεάζουν σημαντικά τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις» και απευθυνόμενη στους συνέδρους τους καλούσε να μην αγνοήσουν ότι «αριστερά δεν είναι μόνο το ΚΚΕ. Ένα ΚΚΕ αποκομμένο από την ευρύτερη αριστερά θα ασφυκτιά στα κομμουνιστικά τείχη του». Το «Έθνος» στις 4/3/1991 υποδεικνύει στην ΚΕ του ΚΚΕ «την ευθύνη της για την τύχη του Συνασπισμού», ο οποίος όπως έγραφε συνδέεται «με τη διασφάλιση και την ενίσχυση της ομαλής λειτουργίας της δημοκρατίας». Την ίδια ώρα ο «Ριζοσπάστης» παρουσίαζε μια... «σχιζοφρενική» εικόνα αφού λειτουργούσε ως βήμα αντιπαράθεσης των δυο πλευρών, με άρθρα και συνεντεύξεις που εξέφραζαν τις αντικρουόμενες απόψεις που υπήρχαν μέσα στην Κεντρική Επιτροπή να εμφανίζονται ακόμα και στην ίδια σελίδα. Το απόλυτο μπάχαλο!
Τελικά, το ιστορικό εκείνο συνέδριο το κέρδισαν οι «δογματικοί». «Στόχος μας ήταν να κερδίσουμε το συνέδριο αλλά με τον Χαρίλαο δίπλα μας, όχι απέναντι» είχε πει ο Γιάννης Δραγασάκης, καταλογίζοντας του ότι «πολέμησε ένα ρεύμα ιδεών το οποίο ο ίδιος βοήθησε να αναπτυχθεί». Ο Γιάννης Δραγασάκης είχε υποστηριχθεί από την πτέρυγα των «ανανεωτικών» για γενικός γραμματέας του ΚΚΕ κόντρα στην επιλογή του Χαρίλαου Φλωράκη να προωθήσει για το ανώτατο κομματικό αξίωμα την Αλέκα Παπαρήγα, η οποία και υπερίσχυσε με 57 ψήφους έναντι 54 που συγκέντρωσε ο αντίπαλός της στην κρίσιμη ψηφοφορία της 27ης Φεβρουαρίου 1991 στην Κεντρική Επιτροπή του κόμματος.
Η «ταφόπλακα» μπορεί τυπικά να μπήκε μια ημέρα σαν σήμερα με την επισημοποίηση της διάσπασης, αυτής, ωστόσο, είχε προκληθεί οριστικά και αμετάκλητα ήδη από την Πανελλαδική Συνέλευση του συμμαχικού σχήματος στις 27- 30 Ιουνίου του 1991. Μετά από περιπετειώδεις συνεδριάσεις και διεργασίες, κατέστη ανέφικτο να υπάρχει μια κοινή συνισταμένη. Η διεξαγωγή της Πανελλαδικής Συνέλευσης ήταν το επισφράγισμα της διάσπασης του ΚΚΕ, της οριστικής ρήξης στο εσωτερικό του συμμαχικού σχήματος και της διάλυσης του ΣΥΝ ο οποίος στη συνέχεια μετεξελίχθηκε σε ενιαίο κόμμα (Συνασπισμός της Αριστεράς, των Κινημάτων και της Οικολογίας) το οποίο στις 15 Ιανουαρίου 2004 αποτέλεσε την ισχυρότερη συνιστώσα στη «γέννηση» του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς και τελικά αυτοδιαλύθηκε τον Ιούλιο του 2013 ενόψει της μετατροπής του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. σε ενιαίο κόμμα το οποίο περίπου δυο χρόνια αργότερα κέρδισε της εκλογές!

Posted 
September 22, 2023
 in 
Απόψεις
 category

Join Our Newsletter and Get the Latest
Posts to Your Inbox

No spam ever. Read our Privacy Policy
Thank you! Your submission has been received!
Oops! Something went wrong while submitting the form.