γράφει ο Πλάτων Ρούτης [email protected]
Προς τιμή της Μάγδας Φύσσα
Μάγδα Φύσσα: Η μάνα- σύμβολο που υψώνει τη γροθιά της κατά του φασισμού – Όλα θα ήταν δυσκολότερα χωρίς εσένα.
Η γυναίκα που έγινε η «μάνα» όλων μας και που στο πρόσωπό της αποτυπώθηκε όσο τίποτα η ιστορική νίκη. Όταν η χρυσή αυγή κρίθηκε εγκληματική οργάνωση η Μάγδα Φύσσα υψώνει τις γροθιές της στον ουρανό. «Παύλο μου νικήσαμε. Δικαιωθήκαμε.
Πανηγύρισε μαζί με χιλιάδες κόσμου την ιστορική απόφαση του Εφετείου.
Τα κατάφερες γιέ μου», φώναζε.
Είναι η μάνα που αγωνίζεται εντός και εκτός δικαστηρίων και παράλληλα η μάνα στήριγμα για όλες τις υπόλοιπες μανάδες και παιδιά.
Δημοσιεύω, ως χρέος τιμής και σεβασμού, το παρόν κείμενο. Σεβασμό στην μάνα που της πήραν τον μονάκριβο γιο οι φασίστες της χρυσής αυγής.
Η Μάγδα Φύσσα ανέβηκε στο βήμα κάθισε στη θέση της και κοιτώντας την έδρα κατέθεσε όλα όσα γνωρίζει για τη βραδιά που ο καταδικασμένος σε ισόβια κάθειρξη Γιώργος Ρουπακιάς με επαγγελματικό τρόπο, όπως είπε, αγκάλιασε το γιο της και τον μαχαίρωσε. Επίσης, αναφέρθηκε και στον ρόλο της αστυνομίας καταθέτοντας πως όταν έφτασαν στο σημείο οι άνδρες της ομάδας Δίας αντί να συλλάβουν το δολοφόνο έβγαλαν χειροπέδες για τον Παύλο!
«Πείτε μας τί ξέρετε για αυτή την υπόθεση;» ρώτησε η Πρόεδρος Σοφία Πανουτσακοπούλου προς τη μητέρα του θύματος η οποία έχει δηλώσει και παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας.
Κοιτώντας κατευθείαν στα μάτια την πρόεδρο του δικαστηρίου απαντά με μία δυνατή και σταθερή φωνή.
«Τι ξέρω γι’ αυτή την υπόθεση; Για τον Παύλο να μιλήσουμε. Ονομάζομαι Μάγδα και ο Παύλος είναι ο γιος μου» ήταν η απάντησή της, και ξεκίνησε να λέει:
Η σκηνή είναι βγαλμένη από αρχαία Ελληνική τραγωδία. Τραγική φιγούρα είναι μέσα στο κατάμεστο δικαστήριο η μάνα του Παύλου. Ντυμένη στα μαύρα με τεντωμένο το σώμα της στην καρέκλα του δικαστηρίου φάνταζε σαν να ήταν ένα μπόι ψηλότερη από όλους εκεί μέσα. Η ηθική της δύναμη για το δίκιο που μαχόταν για την υπεράσπιση του γιού της και για την υπεράσπιση όλων αυτών που είχαν πέσει θύματα των εγκληματιών της ναζιστικής οργάνωσης, την ανέβαζε ακόμα πιο ψηλά.
«Στις 17 Σεπτεμβρίου χαιρετηθήκαμε. Θα πήγαιναν να πιούν καφέ με την κοπέλα του τη Χρύσα και μετά θα έψαχναν να βρουν να δουν τη μπάλα. Θα πήγαινα στην κόρη μου και είπαμε θα τα πούμε το πρωί.
Στις 17 Σεπτεμβρίου χαιρετηθήκαμε. Τίποτα δεν προμήνυε το μεγάλο κακό που μας βρήκε. Γύρω στις 2 χτυπά το τηλέφωνο της κόρης μου και είναι κουνιάδος της και ζητά να ανοίξει την πόρτα. Σηκωθήκαμε πάνω ξέροντας ότι κάτι κακό είχε συμβεί γιατί ήταν αργά. Ανοίγουμε την πόρτα και αντικρίζω το σύζυγο μου, ένα ωχρό πλάσμα που δεν βρίσκει λόγια να μας πει. Τον ρώτησα τί συμβαίνει και ποιος είναι; Δεν έχει γίνει κάτι κακό ο Παύλος χτύπησε και σε θέλει στο νοσοκομείο. Δεν το πίστεψα, δεν θα με ανησυχούσε αν ήταν κάτι απλό ο Παύλος. Έφυγα για το νοσοκομείο, ρωτούσα αλλά κανείς δεν απαντούσε.
«Τίποτα δεν έχει» μου έλεγαν. Φτάσαμε στο νοσοκομείο, ήταν παρά πολύς κόσμος αλλά κανείς δεν μου έλεγε τίποτα. Ρωτούσα τους γιατρούς «που είναι το παιδί μου, τί συμβαίνει;» και καταλαβαίνω ότι έχει γίνει κάτι πολύ κακό αλλά δεν ήξερα ποσό κακό. Τους πίεσα πολύ να μου πουν. Ο γιατρός μου έδωσε ένα χάπι και μου είπε ο Παύλος δεν ζει. Ότι τον δολοφόνησε η χρυσή αυγή και πως το δολοφόνο τον πιάσανε. Μου είπε ότι δεν γινόταν τίποτα, ήταν επαγγελματικό το χτύπημα, οι μαχαιριές ήταν επαγγελματικές.
Να τον ξυπνήσουμε είπα. Δυστυχώς ήταν νεκρός. Και εκεί αρχίζει ο εφιάλτης.
Εκεί χάθηκαν όλα. Ξαφνικά ισοπεδώθηκαν όλα. Με όσο κουράγιο είχα ζήτησα να τον δω. Πήγα και τον είδα. Προσπάθησα να τον ζεστάνω και να σηκωθεί. Δεν ήταν φοβισμένος, δεν ήταν ταλαιπωρημένος. Δεν ήταν φοβισμένος, κοιμόταν. Να τον ξυπνήσουμε είπα. Δυστυχώς ήταν νεκρός. Και εκεί αρχίζει ο εφιάλτης. Πως να συνειδητοποιήσεις ότι δεν έχεις το παιδί σου από τη μια στιγμή στην άλλη.
Έξω ήταν όλα τα παιδιά, πήγαμε σπίτι και ξεκίνησε η όλη διαδικασία για όσα έπρεπε να γίνουν. Μαζί μας ήταν και η Χρύσα η κοπέλα του Παύλου κι αρχίσαμε να συλλέγουμε πληροφορίες για το πως βρέθηκε η Χρυσή Αυγή στο Κερατσίνι. Η Χρύσα μου είπε ότι ήπιαν καφέ και μετά βγήκαν να δουν που θα μπορέσουν να δουν τη μπάλα. Αρχικά ήταν 3 παιδιά και μετά μαζεύτηκαν 11 αν δεν κάνω λάθος. Μέσα στο μαγαζί υπήρχαν δυο παιδιά με ρούχα παραλλαγής και μπλούζα της Χρυσής Αυγής ανάποδα. Φάνηκαν να δυσανασχετούν. Ήταν ο Άγγος και ο Μιχαλάρος. Υπήρχε μια κινητικότητα από αυτούς. Αφού τελείωσε η μπάλα πάνε να φύγουν και βλέπουν ότι έχουν βγει έξω οι δυο τύποι και απέναντι έχουν μαζευτεί 5 άτομα με κακές προθέσεις.
Ο Παύλος είπε «πάμε να φύγουμε και ερχόμαστε μετά για τα αυτοκίνητα». Φτάνοντας Τσαλδάρη και Κεφαλληνίας βλέπουν ένα ολόκληρο κομβόι. Το πρώτο αυτοκίνητο είναι του Ρουπακιά. Σταματάει και ρωτάει τον Παύλο ποια είναι η οδός Κεφαλληνίας και ο Παύλος του λέει αυτή είναι. Ήδη έχουν συγκεντρωθεί από 5 άτομα πάνω από 30-40, δεν ξέρω ακριβώς πόσοι και έχει έρθει και η ΔΙΑΣ, ήδη δύο μηχανές από το μαγαζί. Οι μηχανές γίνονται τέσσερις στην Τσαλδάρη.
Το τάγμα αρχίζουν τις βρισιές και κρατούσαν ρόπαλα, λοστούς, έχουν έρθει με σκοπό να τρομοκρατήσουν. Τα παιδιά αποφασίζουν να περάσουν απέναντι και να πάνε στο σπίτι, αφού πάρουν τσιγάρα. Οι από εκεί αρχίζουν να βρίζουν.
Ο Παύλος είπε: «Τώρα τρέχουμε». Τα παιδιά έτρεξαν αλλά ο Παύλος έμεινε πίσω και τον προλαβαίνουν. Αρχίζουν από 3αδες να περνάνε να χτυπάνε και να φεύγουν, να βρίζουν, με αποτέλεσμα να εγκλωβίσουν τον Παύλο εκεί. Άρχισε η μάχη με τους Χρυσαυγίτες αλλά δεν κατάφεραν να τον ρίξουν κάτω.
Ο δολοφόνος δεν φορούσε τη στολή της Χρυσής Αυγής και ήταν μεγαλύτερος των άλλων ηλικιακά. Ήταν σε ψύχραιμη κατάσταση με ήρεμες κινήσεις και όλοι κάνουν στην άκρη μπαίνει ανάμεσα αγκαλιάζει τον Παύλο και τον μαχαιρώνει.
Παρακαλούσε η Χρύσα τους αστυνομικούς για να πάνε στον Παύλο. Έλεγαν δεν μπορούσαν. Κάποιος συγκινήθηκε και την ακολούθησε. Φτάνοντας είχε γίνει η δολοφονία και αντί να συλλάβουν το δολοφόνο, έβγαλαν χειροπέδες για τον Παύλο ο οποίος σήκωσε την μπλούζα του και λέει «Με μαχαίρωσε θα με συλλάβετε και από πάνω;». Και έδειξε το δολοφόνο του. «Είπαμε όχι και μαχαίρια» είπε η αστυνομικός τότε που σημαίνει ότι γνώριζαν από πριν».
Ο Ρουπακιάς, αυτός ο φασίστας εγκληματίας δίνει τέλος στη ζωή του Παύλου που η μάννα Μάγδα Φύσσα γέννησε και μεγάλωσε.