Share
Visit Us
email us
CLICK TO VIEW THE WHOLE PUBLICATION ONLINE

Το 2025, το Οντάριο κινήθηκε ταχύτερα απ’ όσο μπορούσαν να αντέξουν οι θεσμοί του. Με μία κυβέρνηση που επανεξελέγη πρόωρα και προχώρησε σε βαθιές νομοθετικές τομές, η επαρχία βρέθηκε να διαχειρίζεται ταυτόχρονα κρίσεις στέγης, ενέργειας και κοινωνικής συνοχής, ενώ άνοιγε μέτωπα με δήμους, Πρώτα Έθνη και ακόμη και την Ουάσιγκτον. Ανάμεσα στην ανάγκη για ανάπτυξη και τα όρια της αντοχής, το 2025 κατέγραψε όχι απλώς μια χρονιά γεγονότων, αλλά μία μετατόπιση ισορροπιών που ενδεχομένως θα καθορίσει το μέλλον της επαρχίας την επόμενη δεκαετία.

Πρόωρες εκλογές: Η τρίτη εντολή ως πολιτική ασπίδα

Τον Φεβρουάριο, ο Νταγκ Φορντ προσέφυγε σε πρόωρες επαρχιακές εκλογές, ζητώντας ανανέωση της εντολής διακυβέρνησής του σε μία περίοδο κατά την οποία η κυβέρνησή του βρισκόταν αντιμέτωπη με συσσωρευμένη πίεση στα μέτωπα της στεγαστικής κρίσης, της δυσλειτουργίας του συστήματος υγείας και της αυξανόμενης αβεβαιότητας στο εμπόριο με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η απόφαση δεν ελήφθη σε πολιτικό κενό. Προηγήθηκε σε ένα περιβάλλον διαβρωμένης εμπιστοσύνης, στον απόηχο του σκανδάλου του Greenbelt, για το οποίο η ποινική έρευνα της Βασιλικής Καναδικής Έφιππης Αστυνομίας παρέμενε σε εξέλιξη, χωρίς να υπάρχουν ακόμη οριστικά πορίσματα.

Αν και ο ίδιος ο έπαρχος αρνήθηκε ότι η προσφυγή στις κάλπες συνδεόταν με ζητήματα διαφθοράς, η χρονική συγκυρία τροφοδότησε την ερμηνεία ότι οι εκλογές λειτούργησαν και ως μέσο πολιτικής απορρόφησης της φθοράς ως μία προσπάθεια να προηγηθεί της περαιτέρω εξέλιξης των θεσμικών ερευνών και να μετατοπίσει τη δημόσια συζήτηση από τη λογοδοσία στη σταθερότητα.

Το εκλογικό αποτέλεσμα του έδωσε τρίτη συνεχόμενη πλειοψηφική κυβέρνηση, μια επίδοση σπάνια στην πολιτική ιστορία του Οντάριο και ενδεικτική της αδυναμίας της αντιπολίτευσης να κεφαλαιοποιήσει τη δυσαρέσκεια. Η νίκη, ωστόσο, δεν ερμηνεύτηκε ως ενθουσιώδης επιδοκιμασία. Τα ποσοστά συμμετοχής παρέμειναν χαμηλά ενώ η ψήφος περιγράφηκε από πολιτικούς αναλυτές ως ψήφος ανοχής προς μία κυβέρνηση που υποσχόταν θεσμική συνέχεια σε ένα ασταθές περιβάλλον.

Παράλληλα, η νέα εντολή λειτούργησε και ως πολιτική ασπίδα για τον Φορντ αφού απελευθέρωσε την κυβέρνηση από την άμεση εκλογική πίεση και της επέτρεψε να προωθήσει εκτεταμένες και αμφιλεγόμενες νομοθεσίες στο Queen’s Park, από την επιτάχυνση έργων και την αναδιάρθρωση περιβαλλοντικών κανόνων έως τη χρήση της ρήτρας παρέκκλισης, με περιορισμένη διάθεση συναίνεσης και αυξημένη συγκέντρωση εξουσίας στο εκτελεστικό επίπεδο.

Πολιτική λογοδοσία: Το Greenbelt ως ανοιχτή πληγή

Το 2025, το σκάνδαλο του Greenbelt δεν ανήκε πια στο παρελθόν. Παρά την ακύρωση των επίμαχων αποφάσεων το 2023 και τις πολιτικές παραιτήσεις που είχαν ακολουθήσει, η ποινική έρευνα της Βασιλικής Καναδικής Έφιππης Αστυνομίας (RCMP) παρέμεινε ενεργή καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Η υπόθεση συνέχισε να βαραίνει την κυβέρνηση Φορντ, όχι τόσο για όσα αποδείχθηκαν, όσο για όσα δεν είχαν ακόμη απαντηθεί.

Το Greenbelt λειτούργησε το 2025 ως σύμβολο σύγκρουσης ανάμεσα στην ανάγκη για στέγη, την προστασία του περιβάλλοντος και τη διαφάνεια στη λήψη αποφάσεων. Για την αντιπολίτευση, αποτέλεσε απόδειξη ενός τρόπου διακυβέρνησης που προκρίνει την ταχύτητα και την εξυπηρέτηση συμφερόντων. Για την κυβέρνηση ήταν απλά μία υπόθεση κλειστή πολιτικά αλλά ανοιχτή θεσμικά.

ΣΤΕΓΗ

Όταν οι αριθμοί έπαψαν να επιδέχονται πολιτική ερμηνεία

Το 2025, η στεγαστική κρίση στο Οντάριο έπαψε να περιγράφεται ως παροδική δυσλειτουργία της αγοράς και άρχισε να αντιμετωπίζεται, ακόμη και στο εσωτερικό της κυβέρνησης, ως δομική αποτυχία πολιτικής. Η εικόνα δεν διαμορφώθηκε από μεμονωμένες μετρήσεις αλλά από τη σύγκλιση πολλών δεικτών που έδειχναν προς την ίδια κατεύθυνση: λιγότερες κατοικίες, περισσότερους ανθρώπους, υψηλότερο κόστος.

Κατά τη διάρκεια του έτους, οι ενάρξεις νέων κατοικιών στο Οντάριο μειώθηκαν απότομα σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, σε μια περίοδο κατά την οποία η επαρχία είχε ήδη τη μεγαλύτερη στεγαστική υστέρηση στον Καναδά. Η πτώση αυτή κατέστησε το Οντάριο την εξαίρεση σε εθνικό επίπεδο και ανέδειξε το πρόβλημα της προσφοράς ως κεντρικό πολιτικό ζήτημα, όχι απλώς ως οικονομικό φαινόμενο.

Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση διατηρούσε τον στόχο των 1,5 εκατομμυρίων νέων κατοικιών έως το 2031, παρά το γεγονός ότι οι τρέχουσες τάσεις κατασκευής υποδείκνυαν σημαντική απόκλιση από την απαιτούμενη πορεία. Εσωτερικές εκτιμήσεις και ανεξάρτητες αναλύσεις κατέληγαν στο ίδιο συμπέρασμα πως ακόμη και με επιτάχυνση, το υφιστάμενο μοντέλο αδειοδότησης, κόστους και χρηματοδότησης δεν επαρκεί.

Στην καθημερινότητα, η πίεση αποτυπώθηκε στα ενοίκια. Στο Τορόντο, το μέσο ενοίκιο για διαμέρισμα ενός υπνοδωματίου σταθεροποιήθηκε σε επίπεδα άνω των 2.300 δολαρίων, ενώ σε περιφερειακές αγορές, όπως αυτής της Οττάβας και του Χάμιλτον, οι αυξήσεις συνεχίστηκαν με ρυθμούς υψηλότερους του πληθωρισμού. Οι δήμοι προειδοποίησαν ότι οι αλλαγές στη νομοθεσία ανάπτυξης, ιδίως η αναστολή ή μείωση αναπτυξιακών τελών, δημιουργούν χρηματοδοτικό κενό που απειλεί βασικές υποδομές.

Το στεγαστικό, το 2025, δεν ήταν πια υπόσχεση για το μέλλον. Ήταν ένας περιορισμός που εγκλωβιζόταν στο παρών.

Μετανάστευση και πληθυσμός. Το όριο της χωρητικότητας

Για πρώτη φορά μετά από χρόνια επιθετικής πληθυσμιακής αύξησης, το 2025 καταγράφηκε στροφή στη μεταναστευτική δυναμική, με το Οντάριο να βρίσκεται στο επίκεντρο. Ο αριθμός των μη μόνιμων κατοίκων, διεθνών φοιτητών και προσωρινών εργαζομένων, μειώθηκε αισθητά, καθώς η ομοσπονδιακή κυβέρνηση περιόρισε τις ροές και άφησε να λήξουν δεκάδες χιλιάδες άδειες.

Η εξέλιξη αυτή συνδέθηκε άμεσα με τη στεγαστική κρίση και την πίεση στις δημόσιες υπηρεσίες. Το 2025 σηματοδότησε μια σιωπηρή παραδοχή αφού η οικονομική ανάπτυξη είχε ξεπεράσει τη φυσική και θεσμική χωρητικότητα της επαρχίας. Η μετανάστευση, από μοχλός ανάπτυξης, μετατράπηκε σε μεταβλητή διαχείρισης κινδύνου.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Μια επαρχία που άντεξε χωρίς να επιταχύνει

Η οικονομία του Οντάριο το 2025 δεν βρέθηκε σε ύφεση, αλλά κινήθηκε σε καθεστώς παρατεταμένης αδυναμίας. Η μεταποίηση και το εμπόριο, δύο από τους βασικούς πυλώνες της επαρχίας, επηρεάστηκαν από τη διεθνή αβεβαιότητα και τις αυξανόμενες εντάσεις και αβεβαιότητες γύρω από το εμπόριο με τις Ηνωμένες Πολιτείες, με αποτέλεσμα επιβράδυνση της παραγωγής και συγκρατημένη επενδυτική δραστηριότητα.

Κατά το φθινόπωρο, τα μακροοικονομικά στοιχεία έδειξαν συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας σε μηνιαία βάση, γεγονός που αναζωπύρωσε τις ανησυχίες για τη βιωσιμότητα της ανάπτυξης. Η ανεργία στο Οντάριο σταθεροποιήθηκε κοντά στο 8%, με τους νέους και τους πρόσφατους μετανάστες να αντιμετωπίζουν δυσανάλογα εμπόδια εισόδου στην αγορά εργασίας. Η θερινή ανεργία των φοιτητών έφτασε σε επίπεδα από τα υψηλότερα των τελευταίων δεκαπέντε και πλέον ετών, επαναφέροντας μνήμες προηγούμενων περιόδων οικονομικής πίεσης.

Παρά ταύτα, η κατανάλωση δεν κατέρρευσε. Τα νοικοκυριά συνέχισαν να δαπανούν, υποβοηθούμενα από τη σταδιακή αποκλιμάκωση των επιτοκίων και τη δημογραφική ώθηση των προηγούμενων ετών. Η ανθεκτικότητα αυτή, ωστόσο, δεν συνοδεύτηκε από επενδυτικό μομέντουμ. Οι επιχειρήσεις παρέμειναν επιφυλακτικές, αναβάλλοντας μακροπρόθεσμα σχέδια σε ένα περιβάλλον όπου η ενεργειακή πολιτική, το εμπόριο και η ρυθμιστική σταθερότητα παρέμεναν αβέβαιες.

Το αποτέλεσμα ήταν μια οικονομία που κρατήθηκε όρθια, αλλά δεν απέκτησε νέα δυναμική.

ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΙΣ ΗΠΑ

Όταν η ενέργεια έγινε εργαλείο πίεσης

Η πιο ηχηρή πολιτική κίνηση του Οντάριο στη διεθνή σκηνή σημειώθηκε τον Μάρτιο, όταν η κυβέρνηση επέβαλε προσαύξηση στις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας προς αμερικανικές πολιτείες, απαντώντας σε νέους δασμούς των Ηνωμένων Πολιτειών. Η απόφαση επηρέασε άμεσα εκατομμύρια καταναλωτές στις βόρειες πολιτείες και προκάλεσε άμεσες διπλωματικές αντιδράσεις.

Το μέτρο ανεστάλη εντός ημερών, έπειτα από παρεμβάσεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, αλλά το μήνυμα είχε ήδη σταλεί. Το Οντάριο κατέστησε σαφές ότι είναι διατεθειμένο να χρησιμοποιήσει την ενεργειακή του θέση ως γεωοικονομικό μοχλό.

Εν τω μεταξύ, η επαρχία επέβαλε πρόστιμο 25% στις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας προς πολιτείες των ΗΠΑ ως απάντηση στις απειλές δασμών από τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ και λίγο νωρίτερα είχε ακυρώσει τη σύμβαση της με το Starlink της SpaceX και είχε απαγορεύσει σε αμερικανικές εταιρείες να συμμετέχουν σε επαρχιακά έργα, ως μέρος της πίεσης προς την κυβέρνηση Τραμπ για τους επιβεβλημένους δασμούς.

Η ρήξη με τον Τραμπ: Όταν η επικοινωνία έγινε διπλωματικό πρόβλημα

Η ένταση στις σχέσεις Οντάριο-Ηνωμένων Πολιτειών δεν περιορίστηκε μόνο στους δασμούς και την ενέργεια. Το φθινόπωρο, η απόφαση του Νταγκ Φορντ να χρηματοδοτήσει τηλεοπτική διαφημιστική καμπάνια στις ΗΠΑ, επικριτική προς τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, προκάλεσε ανοιχτή δυσφορία στην Ουάσιγκτον.

Η διαφήμιση, που προβλήθηκε σε αμερικανικά δίκτυα, παρουσιάστηκε από την κυβέρνηση του Οντάριο ως μήνυμα υπέρ του ελεύθερου εμπορίου. Για τον Λευκό Οίκο, αποτέλεσε παρέμβαση εσωτερικού χαρακτήρα και επιβάρυνε ένα ήδη τεταμένο κλίμα. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Καναδά αναγκάστηκε να κινηθεί παρασκηνιακά για να αποκαταστήσει τους διερρηγμένους διαύλους επικοινωνίας.

Το επεισόδιο κατέστησε σαφές ότι το Οντάριο, το 2025, δεν λειτουργούσε απλώς ως επαρχιακή διοίκηση, αλλά ως αυτόνομος γεωοικονομικός δρων και τον Νταγκ Φορντ χαρακτηρίζεται ως ο «Καναδός Λοχαγός» (Captain Canada) με όλα τα ρίσκα που αυτό συνεπάγεται.

ΕΝΕΡΓΕΙΑ

Η επιστροφή της πυρηνικής επιλογής

Στον ενεργειακό τομέα, το 2025 αποτέλεσε σημείο καμπής. Τον Μάιο, η κυβέρνηση του Οντάριο ενέκρινε την κατασκευή του πρώτου μικρού αρθρωτού πυρηνικού αντιδραστήρα (SMR) στο Darlington, την πρώτη νέα πυρηνική μονάδα που εγκρίνεται στην επαρχία εδώ και περισσότερες από τρεις δεκαετίες. Η απόφαση εντάχθηκε σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό που αντιμετωπίζει την ενέργεια όχι μόνο ως περιβαλλοντικό ζήτημα, αλλά ως υποδομή οικονομικής επιβίωσης.

Οι προβλέψεις για σημαντική αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας έως τα μέσα του αιώνα, λόγω της ηλεκτροκίνησης, της ενίσχυσης της βιομηχανικής δραστηριότητας και της ταχείας ανάπτυξης κέντρων δεδομένων, αποτέλεσαν τον βασικό άξονα του κυβερνητικού επιχειρήματος. Η κυβέρνηση παρουσίασε τον SMR ως τεχνολογία χαμηλού ρίσκου και υψηλής εγχώριας προστιθέμενης αξίας, αν και αναλυτές επισήμαναν ότι το τελικό κόστος και τα χρονοδιαγράμματα υλοποίησης παραμένουν κρίσιμα και ανοιχτά ερωτήματα.

Παράλληλα, η ενεργειακή νομοθεσία του 2025 έδωσε προτεραιότητα σε μεγάλους βιομηχανικούς καταναλωτές και ενίσχυσε τον ρόλο της εγχώριας εφοδιαστικής αλυσίδας, μετατοπίζοντας το πλαίσιο χάραξης πολιτικής από την αποκλειστική έμφαση στην τιμή προς την ασφάλεια εφοδιασμού και την αυτάρκεια. Η στροφή αυτή δεν ήταν χωρίς αντιδράσεις, αλλά κατέστησε σαφές ότι το Οντάριο αντιμετωπίζει πλέον την ενέργεια ως στρατηγικό κεφάλαιο.

Πρώτα Έθνη και ανάπτυξη

Το Ring of Fire στο προσκήνιο

Οι σχέσεις της κυβέρνησης με τα Πρώτα Έθνη επιδεινώθηκαν το 2025, κυρίως λόγω του νομοσχεδίου 5 (Bill 5) και της επιτάχυνσης σχεδίων εξόρυξης στην περιοχή Ring of Fire. Η νομοθεσία, η οποία επέτρεψε την αναστολή ή παράκαμψη περιβαλλοντικών και διοικητικών κανόνων για έργα στρατηγικής σημασίας, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από αυτόχθονες κοινότητες, οι οποίες κατήγγειλαν παραβίαση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος διαβούλευσης.

Η σύγκρουση δεν κλιμακώθηκε σε ανοιχτή κρίση, αλλά παρέμεινε υπόγεια και δυνητικά εκρηκτική, με απειλές για νομικές προσφυγές και κινητοποιήσεις να παραμένουν στο τραπέζι. Η κυβέρνηση υποστήριξε ότι η επιτάχυνση είναι αναγκαία για την οικονομική ανταγωνιστικότητα της επαρχίας και την πρόσβαση σε κρίσιμα ορυκτά.

Παρόλα αυτά, τον Δεκέμβριο, η επαρχία του Οντάριο και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση υπέγραψαν μια ιστορική συμφωνία για την κατάργηση της διπλής ρυθμιστικής έγκρισης και την επιτάχυνση των διαδικασιών για μεγάλα έργα υποδομής και ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένων των σχεδιασμών στο Ring of Fire. Η κίνηση αυτή σηματοδότησε ένα σημαντικό βήμα στη σχέση των δύο επιπέδων εξουσίας και αντιμετώπισης καθυστερήσεων στην ανάπτυξη έργων μεγάλης κλίμακας.

Σε διεθνές επίπεδο, το Ring of Fire παρουσιάστηκε ως κρίσιμο πεδίο για τα ορυκτά της ενεργειακής μετάβασης, τοποθετώντας το Οντάριο ανάμεσα στην οικονομική φιλοδοξία και τις συνταγματικές του υποχρεώσεις απέναντι στα Πρώτα Έθνη, μία ισορροπία που το 2025 δεν επιλύθηκε αλλά απλώς μετατέθηκε.

Περιβάλλον και υποδομές: Ανάπτυξη με κόστος

Πέρα από την ενέργεια, το 2025 χαρακτηρίστηκε από επαναλαμβανόμενες συγκρούσεις γύρω από μεγάλα έργα υποδομής. Ο αυτοκινητόδρομος Highway 413, οι επεκτάσεις οδικών αρτηριών και η αναδιάταξη χρήσεων γης επανέφεραν το ερώτημα αν η ανάπτυξη στο Οντάριο προχωρά παρά τις περιβαλλοντικές προειδοποιήσεις.

Ακραία καιρικά φαινόμενα, πλημμύρες, καύσωνες και δασικές πυρκαγιές, δεν οδήγησαν σε άμεση αλλαγή πολιτικής, αλλά ενίσχυσαν την κριτική ότι η επαρχία διαχειρίζεται το περιβάλλον ως μεταβλητή κόστους στο πλαίσιο των μεγάλων έργων και όχι ως δομικό περιορισμό που οφείλει να προηγείται στον σχεδιασμό υποδομών και χρήσεων γης.

ΥΓΕΙΑ

Σταθεροποίηση χωρίς ανακούφιση

Το σύστημα υγείας του Οντάριο το 2025 εμφάνισε σημάδια σταθεροποίησης, χωρίς όμως ουσιαστική βελτίωση. Τα αιφνίδια κλεισίματα τμημάτων επειγόντων μειώθηκαν σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, ιδίως σε αγροτικές και βόρειες περιοχές, αποτέλεσμα στοχευμένων παρεμβάσεων στελέχωσης.

Ωστόσο, οι ελλείψεις προσωπικού παρέμειναν βαθιές. Οι κενές θέσεις νοσηλευτών παρέμεναν πολλαπλάσιες σε σχέση με την προ πανδημίας περίοδο, ενώ εκατομμύρια κάτοικοι της επαρχίας εξακολουθούσαν να μην έχουν οικογενειακό γιατρό. Το πρόβλημα δεν ήταν πλέον συγκυριακό αλλά δομικό, συνδεδεμένο με την ηλικιακή σύνθεση του ιατρικού σώματος και τις συνθήκες εργασίας.

Η απόφαση της κυβέρνησης να επεκτείνει τη χρήση ιδιωτικών διαγνωστικών και χειρουργικών κέντρων λειτούργησε ως καταλύτης για πολιτική σύγκρουση. Για τους υποστηρικτές του μέτρου, επρόκειτο για μέτρο αποσυμφόρησης. Για τους επικριτές, ήταν ένδειξη μετατόπισης του δημόσιου συστήματος προς ένα υβριδικό μοντέλο με αβέβαιες συνέπειες και ιδιαίτερα εις βάρος των πολιτών.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Ηρεμία στην επιφάνεια, κόπωση στη βάση

Η εκπαίδευση απέφυγε το 2025 τις μεγάλες αναταράξεις που είχαν σημαδέψει προηγούμενα έτη. Τον Ιανουάριο, η προσφυγή σε δεσμευτική διαιτησία απέτρεψε γενικευμένη απεργία στα δημόσια κολέγια, διασφαλίζοντας τη συνέχεια της ακαδημαϊκής χρονιάς για εκατοντάδες χιλιάδες φοιτητές.

Η θεσμική ηρεμία, ωστόσο, έκρυβε βαθύτερη κόπωση. Τα σχολικά συμβούλια συνέχισαν να λειτουργούν με ελλείψεις προσωπικού, υπερπλήρεις τάξεις και καθυστερήσεις σε έργα συντήρησης. Η ενίσχυση του επαρχιακού ελέγχου στη διοίκηση των συμβουλίων παρουσιάστηκε ως μέτρο λογοδοσίας, αλλά ερμηνεύθηκε από εκπαιδευτικούς ως περαιτέρω συγκέντρωση εξουσίας.

Το 2025, η εκπαίδευση δεν βρέθηκε σε κρίση. Βρέθηκε, όμως, σε παρατεταμένη φθορά.

Δημόσια ασφάλεια και δικαιοσύνη: Η ρήτρα παρέκκλισης ως εργαλείο

Το 2025, το Οντάριο χρησιμοποίησε τη ρήτρα παρέκκλισης (notwithstanding clause) για να ενισχύσει τις εξουσίες των δήμων και της αστυνομίας στην απομάκρυνση καταυλισμών αστέγων από δημόσιους χώρους. Η απόφαση αυτή αποτέλεσε ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα θεσμικά βήματα της χρονιάς.

Για την κυβέρνηση, επρόκειτο για ζήτημα δημόσιας ασφάλειας και λειτουργικότητας των πόλεων. Για τους επικριτές, ήταν ένδειξη πρόθυμης αναστολής θεμελιωδών δικαιωμάτων χωρίς παράλληλη στεγαστική λύση. Η χρήση της ρήτρας, σπάνια και βαριά, έδωσε στο 2025 χαρακτήρα θεσμικής καμπής.

Posted 
December 30, 2025
 in 
Ομογένεια ΚΑΝΑΔΑΣ
 category

Join Our Newsletter and Get the Latest
Posts to Your Inbox

No spam ever. Read our Privacy Policy
Thank you! Your submission has been received!
Oops! Something went wrong while submitting the form.