
Δημήτρης Βοχαΐτης - LJI Reporter
Σε προσωρινή αναστολή τίθεται το σχέδιο πιλοτικής εγκατάστασης θυρών ασφαλείας στις αποβάθρες (platform-edge doors – PEDs) στον σταθμό Toronto Metropolitan University (ΤΜU, πρώην Dundas αλλά το όνομα δεν έχει ακόμα αναρτηθεί), καθώς το Διοικητικό Συμβούλιο του TTC αποφάσισε να παραπέμψει το θέμα σε περαιτέρω αξιολόγηση από υποεπιτροπή, στο πλαίσιο του προϋπολογισμού για το 2026. Παρότι υπήρξε ευρεία αναγνώριση της σημασίας του μέτρου για την ασφάλεια των επιβατών, οι διαφορετικές προσεγγίσεις ως προς τη χρηματοδότηση και τις προτεραιότητες επενδύσεων φαίνεται να επιβράδυναν τη λήψη οριστικής απόφασης.
Η προτεινόμενη πιλοτική εφαρμογή αφορούσε τον σταθμό TMU, ο οποίος χαρακτηρίζεται από συχνά περιστατικά «παραβίασης πεζών» στην περιοχή των γραμμών, ιδίως σε περιόδους συμφόρησης. To TTC είχε εισηγηθεί την έναρξη των έργων, επικαλούμενη αυξημένα δεδομένα κινδύνου και ένα ολοκληρωμένο business case, το οποίο εξετάζει τη σκοπιμότητα επέκτασης του συστήματος σε 70 σταθμούς των γραμμών 1, 2 και 4.
Όπως αποκαλύπτεται στο σχετικό τεχνικοοικονομικό υπόμνημα που παρουσίασε η Metrolinx, το συνολικό κόστος εγκατάστασης πλήρους ύψους θυρών ασφαλείας σε 74 αποβάθρες θα μπορούσε να αγγίξει τα $4,1 δισεκατομμύρια εάν εφαρμοστεί καθολικά, με μέσο κόστος ανά ζεύγος αποβάθρων από $44 έως $55 εκατομμύρια. Ωστόσο, εξετάζονται εναλλακτικά συστήματα για περιορισμό των δαπανών, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά κάθε σταθμού.
Η συζήτηση ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου δεν έμεινε στο τεχνικό σκέλος. Κάτοικοι του Τορόντο που έλαβαν τον λόγο υπερασπίστηκαν την αναγκαιότητα του πιλοτικού εγχειρήματος. Ο επιβάτης Nicholas Christou αφηγήθηκε ένα περιστατικό κατά το οποίο χρειάστηκε να σώσει επιβάτη που είχε πέσει στις γραμμές: «Χωρίς να το σκεφτώ, του έδωσα το χέρι και τον τράβηξα πίσω στην αποβάθρα. Είχαμε μόλις δύο λεπτά μέχρι το επόμενο τρένο». Όπως τόνισε, «Το TTC πρέπει να κάνει περισσότερα για να αποτρέψει τραυματισμούς. Η ανάγκη γίνεται ολοένα και πιο επείγουσα».
Στο ίδιο πνεύμα, η Rebeena Subadar, επιβάτιδα και μέλος της ομάδας TTCriders, χαρακτήρισε την πρόταση «εξαιρετική ιδέα», επισημαίνοντας ότι σε περιόδους καθυστερήσεων η αποβάθρα γίνεται αφόρητα ασφυκτική. «Περπατάω πάνω στη κίτρινη γραμμή γιατί δεν υπάρχει άλλος χώρος. Εάν έρχεται τρένο, βρίσκομαι κυριολεκτικά σε απόσταση δακτύλου από αυτό», είπε χαρακτηριστικά.
Παρά την ευρεία συναίνεση ως προς τα οφέλη των PEDs, όπως πρόληψη αυτοκτονιών, αποφυγή πτώσεων, περιορισμός βανδαλισμών και ρύπων, οι αντιρρήσεις επικεντρώθηκαν στο χρηματοδοτικό σκέλος. Η Julie Osborne, μέλος του Συμβουλίου, εξέφρασε την ανησυχία της για τη βιωσιμότητα της δαπάνης εν μέσω ανταγωνιστικών επενδυτικών αναγκών, καλώντας να δοθεί χρόνος στη νέα διευθυντική ομάδα υπό τον Mandeep Lali για κατάρτιση ολοκληρωμένης στρατηγικής. «Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές για τις πιθανότητες να βρούμε αυτά τα χρήματα», σημείωσε.
Αντιθέτως, ο Josh Matlow, δημοτικός σύμβουλος και μέλος του Δ.Σ., δήλωσε αντίθετος με την παραπομπή του θέματος σε υποεπιτροπή, εκφράζοντας φόβο ότι η υπόθεση θα «μελετηθεί μέχρι να εξαφανιστεί». Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του TTC, Jamaal Myers, πρότεινε την αναζήτηση διαφορετικών τεχνολογικών λύσεων ανά σταθμό ώστε να μειωθεί το συνολικό κόστος ενώ υπενθύμισε ότι το ζήτημα των θυρών ασφαλείας μελετάται εδώ και δύο δεκαετίες. «Ήρθε η ώρα να αποφασίσουμε αν θα προχωρήσουμε ή όχι», τόνισε.
Η πιο πρόσφατη εκτίμηση ανεβάζει το κόστος του έργου στα 4,1 δισεκατομμύρια δολάρια, από $1,23 δισ. που είχε προταθεί αρχικά. Παρ’ όλα αυτά, η συνοδευτική οικονομοτεχνική μελέτη προβλέπει ετήσια εξοικονόμηση έως και $127,8 εκατομμύρια εκ των οποίων $92 εκατ. σε «κοινωνικό κόστος» λόγω μείωσης ατυχημάτων και απώλειας ζωών, $16 εκατ. από λιγότερες καθυστερήσεις, $19 εκατ. σε εξοικονόμηση πόρων άμεσης επέμβασης και $800.000 από περιορισμό ασφαλιστικών απαιτήσεων προσωπικού.
Τα τελευταία στοιχεία που παρουσίασε το TTC κατά τη συνεδρίαση δείχνουν ότι μόνο μέχρι τώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, το 2025 καταγράφηκαν σχεδόν 220 περιπτώσεις εισόδου ατόμων στις γραμμές. Σύμφωνα με την προτεινόμενη χρονική κλίμακα, εάν η χρηματοδότηση εξασφαλιστεί και οι εργασίες ξεκινήσουν εντός του 2026 κατά τις μη λειτουργικές ώρες, τα οφέλη του έργου αναμένεται να υπερκεράσουν το κόστος μέχρι το 2062. Το συνολικό λειτουργικό κόστος κύκλου ζωής υπολογίζεται μεταξύ $2,2 και $2,4 δισ., ενώ κάθε σύστημα θυρών θα χρειαστεί μείζονα ανακαίνιση στα 30 έτη, με ετήσια δαπάνη $18 εκατ. από το 2056 και μετά για τη διατήρηση της λειτουργικότητας.
Η έκθεση κατατάσσει τις πλήρους ύψους θύρες ασφαλείας ως την πιο αποτελεσματική επιλογή βάσει πολλαπλών κριτηρίων: ασφάλεια, κόστος, πολυπλοκότητα εγκατάστασης, επιχειρησιακές επιπτώσεις, εμπειρία άλλων συστημάτων και ευελιξία για μελλοντικές αναβαθμίσεις. Ακολουθούν οι μερικού ύψους θύρες, τα συστήματα ανίχνευσης κίνησης και, τελευταίοι, οι συρόμενες θύρες με σχοινιά.
Σημειώνεται ότι η υλοποίηση τέτοιου έργου σε υπάρχουσες υποδομές απαιτεί μακρά περίοδο σχεδιασμού, με το μεγαλύτερο μέρος των εργασιών να εκτελείται τη νύχτα και να συνοδεύεται από εκτεταμένα κλεισίματα σταθμών και παράκαμψη δρομολογίων. Η ανάγκη εγκατάστασης PEDs, άλλωστε, δεν προέκυψε συγκυριακά. Η δημόσια συζήτηση εντάθηκε από το 2009, ενώ τραγικά περιστατικά όπως ο θάνατος άνδρα στο σταθμό Bloor το 2022, έπειτα από φερόμενη ώθηση στις γραμμές, αναζωπύρωσαν τα αιτήματα για λήψη άμεσων και ορατών μέτρων προστασίας.