CLICK TO VIEW THE WHOLE PUBLICATION ONLINEΟ Πιέρ Πουαλιέβρ όρισε τον Στιβ Άουτχαουζ ως τον νέο επικεφαλής της επόμενης προεκλογικής εκστρατείας των Συντηρητικών.
Με αυτή την κίνηση το κόμμα επιχειρεί βίαιη επανεκκίνηση μετά την εκλογική ήττα, την προσωπική απώλεια της έδρας του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης και την ανατροπή του μέχρι πρότινος άνετου προβαδίσματός του.
Στην Οττάβα υπάρχει μία αίσθηση μετρημένης αισιοδοξίας στους κόλπους του Συντηρητικού κόμματος καθώς η επιλογή του Στιβ Άουτχαουζ ως νέου διευθυντή της προεκλογικής εκστρατείας και στρατηγικής αντιμετωπίζεται ως υπόσχεση ανανέωσης μετά την επώδυνη απώλεια της εξουσίας των συντηρητικών, η οποία, όπως παραδέχονται στελέχη «Διέφυγε μέσα από τα χέρια» του κόμματος.
Ο Άουτχαουζ, με δύο δεκαετίες παρουσίας στους μηχανισμούς των Συντηρητικών και ισχυρό αποτύπωμα σε ομοσπονδιακές και επαρχιακές εκστρατείες, εισέρχεται στο προσκήνιο ως ένα πρόσωπο γνωστό αλλά ταυτόχρονα ως μία «Ανάσα φρέσκου αέρα», όπως σημειώνουν βουλευτές και συνεργάτες.
Η δημόσια αναγνώριση της επιτυχίας του στην ηγετική εκστρατεία της Λέσλιν Λιούις το 2020 αλλά και η πρόσφατη νίκη των Προοδευτικών Συντηρητικών στη Νέα Γη και Λαμπραντόρ ενίσχυσαν το κύρος του. Βουλευτές όπως ο Άντριου Λότον του Οντάριο και ο Σουβαλόι Ματζούμνταρ της Αλμπέρτα τον χαρακτηρίζουν «εξαιρετικό άνθρωπο», ενώ ο Κέβιν Bουόνγκ του Σασκάτσουαν τόνισε ότι «το κόμμα χρειάζεται κάποιον σαν κι αυτόν» για να επιτύχει την αναγκαία «επανεργοποίηση μηχανισμών».
Ωστόσο, η κίνηση αυτή αποκαλύπτει και μια υπόγεια κόπωση.
Η ήττα των Συντηρητικών, παρότι διατηρούσαν ευρύ προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις προς το τέλος της θητείας του Τζάστιν Τρουντό, άφησε πίσω της ένα διάχυτο αίσθημα ότι η εκστρατεία δεν προσαρμόστηκε έγκαιρα στο μεταβαλλόμενο πολιτικό περιβάλλον, ούτε στάθηκε στο ύψος ενός εξαιρετικά στοχευμένου και μεθοδικού αντιπάλου. Ο επιτελικός σύμβουλος του Στίβεν Χάρπερ, Κόρι Τενάικ, είχε υπογραμμίσει ότι η ομάδα της προεκλογικής στρατηγικής των συντηρητικών απέτυχε να ανασυνταχθεί εγκαίρως.
Στο στόχαστρο της κριτικής βρέθηκε και η Τζένι Μπερν, στενή συνεργάτιδα του αρχηγού του κόμματος των Συντηρητικών, Πιέρ Πουαλιέβρ, και η επονομαζόμενη ιστορική στρατηγός του κόμματος, η οποία κατηγορήθηκε από τους ανθρώπους των εσωτερικών δομών του κόμματος για υπερσυγκεντρωτική άσκηση εξουσίας, επιθετική διαχείριση πολιτικής και ένα ύφος λειτουργίας που πολλοί χαρακτήρισαν ως εξαιρετικά δυσλειτουργικό.
Η ίδια η Μπερν, σε συνέντευξή της στο Beyond a Ballot, εξέφρασε την απορία της για την πρωτοφανή εστίαση της κριτικής στο πρόσωπό της, επισημαίνοντας πως ποτέ στο παρελθόν δεν είχε δει μετεκλογική ανάλυση να στοχοποιεί με τέτοια ένταση έναν επικεφαλής εκστρατείας. Αντιθέτως, υπογράμμισε ότι συχνά παρουσιάστηκε ως μία έτερη Ρασπούτιν ή Σβενγκάλι, μία πορσομοίωση που, όπως η ίδια υποστήριξε, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Παρά τις αναταράξεις, εξακολουθεί να λειτουργεί ως έμπιστη σύμβουλος του Πουαλιέβρ, με πρόσφατες αναφορές να την εμπλέκουν στις συντονισμένες προσπάθειες αποτροπής νέων μετακινήσεων βουλευτών προς την ανεξαρτητοποίηση ή και το κυβερνών κόμμα.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, ο Πουαλιέβρ, που διατηρεί αμετακίνητη την ιδεολογική του πυξίδα για πάνω από δύο δεκαετίες, δεν δείχνει καμία διάθεση να αναθεωρήσει τον τρόπο με τον οποίο ασκεί πολιτική.
Χαρακτηριστικά, όταν ρωτήθηκε πρόσφατα εάν τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων τον έκαναν να αναστοχαστεί το στυλ του, απάντησε με ένα μονολεκτικό «Όχι».
Η βεβαιότητα αυτή, ερειδόμενη σε μία πολιτική πορεία που ξεκινά από το δοκίμιό του το 1999 για την «Κυβέρνηση της ελευθερίας», ορίζει το πεδίο μέσα στο οποίο ο νέος διευθυντής εκστρατείας καλείται να κινηθεί.
Η σύγκριση των δύο προσώπων, Μπερν-Άουτχαουζ, είναι αναπόφευκτη αφού η Τζένι Μπερν ταυτίζεται με ένα αυστηρό, συχνά σκληρό μοντέλο πολιτικής διαχείρισης. Στον αντίποδα, η Μελάνι Παραντί, πρώην διευθύντρια επικοινωνίας του Έριν Ο’Τουλ, περιγράφει τον Στιβ Άουτχαουζ ως έναν «καλό άνθρωπο» που λειτουργεί με ομαδικότητα, διαβούλευση και σεβασμό. Η εμπλοκή της σε δύο εσωκομματικές αναμετρήσεις την οδηγεί στο συμπέρασμα ότι «Πρόκειται για μία βαθιά μελετημένη επιλογή», ενώ παράλληλα υπογραμμίζει την ταπεινότητα που τον χαρακτηρίζει, σημειώνοντας ότι «Δεν υπήρχε δουλειά που να θεωρεί κάτω από την αξιοπρέπειά του».
Η περιφερειακή του γνώση, ιδιαίτερα στον δυτικό και αντλαντικό Καναδά, αποτελεί κρίσιμο πλεονέκτημα για το κόμμα που επιχειρεί να διατηρήσει την κυριαρχία του στην Αλμπέρτα και να ενισχύσει τη θέση του στα ανατολικά. Ο Άουτχαουζ ηγήθηκε της νικηφόρας εκστρατείας του Ενωμένου Συντηρητικού Κόμματος (United Conservative Party) το 2023 στην Αλμπέρτα, ενώ είχε προηγουμένως δοκιμαστεί στο Νιου Μπρόνσγουικ και στη Νέα Γη και Λαμπραντόρ. Μάλιστα, για ένα κόμμα που αναζητά τη γεωγραφική και κοινωνική του διεύρυνση, αυτές οι εμπειρίες έχουν ειδικό βάρος, όπως αναλύουν πολιτικοί επιστήμονες σε πρόσφατες μελέτες των Πανεπιστημίων Queen’s και Calgary.
Ο νέος επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας και στρατηγικής φέρει μια καθαρά κοινωνικά συντηρητική προέλευση.
Η υποστήριξή του στην υποψηφιότητα Λιούις περιελάμβανε δεσμεύσεις για απαγόρευση των αμβλώσεων λόγω επιλογής φύλου και ποινικοποίηση των καταναγκαστικών αμβλώσεων. Παράλληλα, η θητεία του ως εκτελεστικός πάστορας σε Βαπτιστική Εκκλησία της Οττάβα καλλιέργησε ένα προσωπικό προφίλ έντονα θρησκευτικά αξιακό. Ωστόσο σε συνέντευξή του υποστήριξε ότι εισήλθε στους Συντηρητικούς χωρίς καμία «ιδεολογική ταμπέλα», δηλώνοντας μάλιστα πρώην φιλελεύθερος ψηφοφόρος που αποστασιοποιήθηκε όταν το Φιλελεύθερο Κόμμα του Καναδά απομακρύνθηκε από όσους είχαν αντιρρήσεις για την άμβλωση.
Ο Πουαλιέβρ, από την πλευρά του, υπήρξε κατηγορηματικός ότι καμία κυβέρνηση υπό την ηγεσία του δεν θα μεταβάλει το ισχύον καθεστώς για τις αμβλώσεις, παραπέμποντας την ως μία πάγια κομματική θέση. Πολιτικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι η ισορροπία αυτή, ανάμεσα στις κοινωνικά συντηρητικές καταβολές του Άουτχαουζ και στις ανάγκες συγκρότησης μίας ευρείας, κεντροδεξιάς εκλογικής συμμαχίας, αποτελεί ένα από τα πλέον κρίσιμα σημεία της νέας κομματικής στρατηγικής.
Μέσα σε αυτό το τοπίο ο Άουτχαουζ διαφοροποιείται από τους υπόλοιπους κυρίως μέσα από το ενωτικό του ύφος. Η Παραντί υπογραμμίζει ότι η μέθοδός και αξιακή του αρχή είναι η ενότητα ενώ ο ίδιος, σε πρόσφατη δημόσια παρέμβασή του, τόνισε πως έχει συνεργαστεί αποτελεσματικά με ανθρώπους σε όλο το εύρος της γαλάζιας πολιτικής σκηνής, μία σαφής αναφορά στο παραδοσιακό φάσμα των Συντηρητικών. Για ένα κόμμα που ακόμη αναζητά τη συνοχή μετά από χρόνια εσωτερικής αμφισβήτησης, η ικανότητα του νέου διευθυντή να λειτουργήσει ως γέφυρα ίσως αποδειχθεί το πολυτιμότερο όπλο του Πουαλιέβρ στη διαδρομή του προς τις κάλπες.
Η πραγματική δοκιμασία, ωστόσο, δεν αφορά μόνο την προσωπικότητα του Άουτχαουζ ή τις σκιές του παρελθόντος αλλά το κατά πόσον ο αρχηγός του Συντηρητικού κόμματος είναι διατεθειμένος να αναπροσαρμόσει τη στρατηγική του σε μία πολιτική συγκυρία όπου η αβεβαιότητα της εκλογικής βάσης, η κόπωση του φιλελεύθερου κυβερνητισμού και οι επιπτώσεις της κοινωνικής πόλωσης διαμορφώνουν ένα εξαιρετικά ρευστό περιβάλλον, όπως υπογραμμίζουν πρόσφατες αναλύσεις.
Στην τομή αυτών των αλληλεπιδράσεων αναδύεται η πρόκληση για τους Συντηρητικούς, οι οποίοι βρίσκονται αντιμέτωποι όχι μόνο με την ανάγκη εκλογικής νίκης αλλά και με την απαίτηση να αποδείξουν ότι μπορούν να κυβερνήσουν με αποτελεσματικότητα και συνοχή σε μια εποχή όπου η πολιτική στρατηγική είναι ταυτόχρονα επιστήμη και τέχνη.















