
Κάθε τρίτη Κυριακή του Ιουνίου είναι αφιερωμένη στον άνθρωπο που μας στήριξε από τα πρώτα μας βήματα, που έγινε πρότυπο, ασπίδα και καθοδηγητής: τον πατέρα. Φέτος, στις 15 Ιουνίου 2025, γιορτάζουμε την Παγκόσμια Ημέρα του Πατέρα – έναν θεσμό που δεν έχει απλώς συναισθηματική αξία, αλλά και ιστορικό βάθος.
Η γιορτή αυτή δεν είναι απλώς ένα ευκαιριακό «ευχαριστώ», αλλά ένας ετήσιος φόρος τιμής στον πατέρα ως στυλοβάτη της οικογένειας και ενεργό πολίτη. Εξίσου σημαντικός με τη μητέρα, ο ρόλος του αξίζει αναγνώριση και γιορτή – κάτι που κατακτήθηκε με κόπο.
Η ιδέα για τη δημιουργία μιας τέτοιας ημέρας ξεκίνησε στην Αμερική, στις αρχές του 20ού αιώνα, αν και τα πρώτα βήματα δεν βρήκαν άμεση ανταπόκριση. Το πρώτο επίσημο εορταστικό γεγονός για τους πατέρες καταγράφεται στις 5 Ιουλίου 1908, στο Φέαρμοντ της Δυτικής Βιρτζίνια, όταν η Γκρέις Κλέιτον θέλησε να τιμήσει τη μνήμη των 210 ανδρών που χάθηκαν σε μεταλλευτική τραγωδία στο Μόνονγκα. Δυστυχώς, η πρωτοβουλία της επισκιάστηκε από άλλα γεγονότα και ξεχάστηκε.
Η φλόγα όμως δεν έσβησε. Το 1910, η Σονόρα Ντοντ από το Σποκέιν της Ουάσινγκτον –χωρίς γνώση της πρωτοβουλίας της Κλέιτον– διοργάνωσε έναν εορτασμό τιμώντας τον πατέρα της, βετεράνο του Εμφυλίου Πολέμου. Το παράδειγμά της βρήκε απήχηση και με τα χρόνια κέρδισε έδαφος.
Αν και το πρώτο σχετικό νομοσχέδιο καταψηφίστηκε το 1913 με την αιτιολογία της υπερβολικής εμπορευματοποίησης, η αναγνώριση ήρθε με σταθερά βήματα: από την επίσκεψη του Προέδρου Γούντροου Ουίλσον στο Σποκέιν το 1916, στην πρόταση του Κάλβιν Κούλιτζ το 1924 και, τελικά, στην επίσημη καθιέρωση από τον Λίντον Τζόνσον το 1966. Το 1972, ο Ρίτσαρντ Νίξον την κατοχύρωσε ως εθνική εορτή των ΗΠΑ.
Στην Ελλάδα, η Ημέρα του Πατέρα υιοθετήθηκε σχετικά πρόσφατα και προωθήθηκε από τον Σύλλογο Διαζευγμένων Ανδρών, με στόχο να ενισχύσει την εικόνα και τον ρόλο των πατέρων, ιδίως στο πλαίσιο δικαστικών διεκδικήσεων επιμέλειας.
Η ουσία, ωστόσο, παραμένει διαχρονική: τιμούμε τον μπαμπά όχι επειδή είναι τέλειος, αλλά γιατί δίνει καθημερινά τον καλύτερό του εαυτό. Για εκείνα τα βράδια που περίμενε ξάγρυπνος, για τις σιωπηλές του θυσίες, για τα λόγια στήριξης που μας έδωσαν δύναμη.
Ας του πούμε, λοιπόν, ένα ειλικρινές «ευχαριστώ» – γιατί μπορεί να μην το ζητάει, αλλά του αξίζει.