
Δημήτρης Βοχαΐτης - LJI Reporter
Έναντι σφοδρών αντιδράσεων εντός και εκτός κοινοβουλίου ο Mark Carney υπερασπίστηκε την απόφαση του να προσκληθεί ο Ινδός ομόλογός του, Narendra Modi, στη σύνοδο κορυφής της Ομάδας των Επτά (G7), η οποία θα διεξαχθεί στην Αλμπέρτα. Όπως τόνισε ο καναδός πρωθυπουργός «είναι δύσκολο να μιλήσεις για παγκόσμιες προκλήσεις χωρίς την Ινδία στο τραπέζι», μία χώρα με τον μεγαλύτερο πληθυσμό στον κόσμο και την πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία.
Η απόφαση αυτή, ωστόσο, βρίσκει τον Carney αντιμέτωπο με την ίδια του την κοινοβουλευτική ομάδα. Ο ομοσπονδιακός βουλευτής από την Βρετανική Κολομβία, Sukh Dhaliwal, δήλωσε πως «είναι κακή ιδέα» να προσκληθεί ο Modi, υπενθυμίζοντας πως «η Βασιλική Καναδική Έφιππη Αστυνομία (Royal Canadian Mounted Police – RCMP) έχει τεκμηριώσει πως Ινδοί πράκτορες ενδέχεται να εμπλέκονται στη δολοφονία του Καναδού πολίτη Hardeep Singh Nijjar». Παρόμοια στάση υιοθέτησε και ο βουλευτής Gurbux Saini, εκφράζοντας την «ανησυχία των ψηφοφόρων» του.
Η υπόθεση Nijjar, ενός γνωστού υποστηρικτή της δημιουργίας ανεξάρτητου Σιχικού κράτους (Khalistan), παραμένει ανοικτή, με τέσσερις Ινδούς υπηκόους να έχουν συλληφθεί. Ο Carney διαβεβαίωσε ότι «υπάρχει σε εξέλιξη διαδικασία στη Βρετανική Κολομβία και η Ινδία το γνωρίζει» ενώ αποκάλυψε ότι «ναι, έχω συζητήσει με τον Modi για το θέμα αυτό».
Πίσω από τη διπλωματική σύγκρουση, όμως, υπάρχει και η οικονομική πραγματικότητα. Η Καναδική κυβέρνηση, αντιμέτωπη με εμπορικές εντάσεις με τις ΗΠΑ, φαίνεται να προκρίνει ένα νέο άνοιγμα προς την Ινδία. Ο υπουργός Διεθνούς Εμπορίου (Minister of International Trade), Maninder Sidhu, το χαρακτήρισε «κρίσιμο» να υπάρξει «συνεργασία» με το Νέο Δελχί. Ο κοινοβουλευτικός γραμματέας του, Yasir Naqvi, παραδέχθηκε ότι «δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για τις καταγγελίες περί εξωδικαστικών εκτελέσεων» αλλά συμπλήρωσε πως «ο διάλογος είναι αναγκαίος». Αντίστοιχα, ο Rob Oliphant, κοινοβουλευτικός γραμματέας της υπουργού Εξωτερικών υπογράμμισε πως ο Καναδάς επιδιώκει να προβάλει ένα «ζωντανό εμπορικό προφίλ».
Ο αρχηγός του Συντηρητικού Κόμματος (Conservative Party), Pierre Poilievre, στήριξε τη συμμετοχή Modi αφού όπως τόνισε «Χρειαζόμαστε την Ινδία για εμπόριο και ασφάλεια. Η πρόσκληση είναι αναγκαία». Επικαλέστηκε την ινδική ζήτηση για καναδικό υγροποιημένο φυσικό αέριο και τεχνολογίες πυρηνικής ενέργειας, ως προϋπόθεση για την ανάκαμψη των εξαγωγών.
Σε πιο επικριτικό τόνο, η βουλευτής του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας (NDP), Heather McPherson, χαρακτήρισε την πρόσκληση «ιδιαίτερα ανησυχητική», προσθέτοντας ότι «αυτή η κυβέρνηση επιλέγει σταθερά το κέρδος έναντι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το σύνθημά της είναι το κέρδος πάνω από τους ανθρώπους».
Από την πλευρά της, η πρώην υπουργός και υποψήφια για την ηγεσία των Φιλελευθέρων, Karina Gould, ανέφερε πως η ατζέντα του Carney οφείλει να συμπεριλάβει και τα ανθρώπινα δικαιώματα, υπερασπιζόμενη ωστόσο τη λογική της διπλωματικής πρόσκλησης αφού όπως είπε «Δεν κλείνεις την πόρτα, τη χρησιμοποιείς για να υπερασπιστείς τις αξίες σου».
Η φετινή καναδική προεδρία της Ομάδας των Επτά (G7) προσδίδει στον Carney έναν επιπλέον ρόλο «γεφυροποιού». Όπως παρατηρεί ο ειδικός στις διεθνείς σχέσεις, Fen Hampson, «η συμμετοχή Modi αποτελεί σήμα ότι ο Καναδάς επανεκκινεί τη σχέση του με την Ινδία». Σύμφωνα με τον ίδιο, η συμμετοχή σε πολυμερή πλαίσια όπως η G7 προσφέρει στον πρωθυπουργό «την απαραίτητη κάλυψη» από τις εσωτερικές πολιτικές πιέσεις.