
Δημήτρης Βοχαΐτης - LJI Reporter
Με μία απόφαση με σημαντικές νομικές, εμπορικές και γεωπολιτικές επιπτώσεις, το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο Διεθνούς Εμπορίου των Ηνωμένων Πολιτειών (U.S. Court of International Trade) έκρινε αντισυνταγματικούς τους αποκαλούμενους «Liberation Day tariffs» του Αμερικανού προέδρου, Donald Trump, επιβεβαιώνοντας ότι η χρήση του νόμου περί Διεθνών Οικονομικών Εξουσιών Έκτακτης Ανάγκης του 1977 (IEEPA) για δασμούς σε συμμάχους όπως ο Καναδάς και η Ε.Ε. ήταν παράνομη.
Η υπόθεση V.O.S. Selections, Inc. v. United States, που εξελίχθηκε σε ομαδική προσφυγή πέντε μικρών επιχειρήσεων και δώδεκα πολιτειών, έκρινε ότι η επίκληση του IEEPA δεν μπορεί να γίνεται αυθαίρετα, καθώς οι δασμοί δεν εξυπηρετούσαν την εθνική ασφάλεια, αλλά αποτελούσαν πολιτικό μέσο εξαναγκασμού σε εμπορικές διαπραγματεύσεις.
Ο πρωθυπουργός του Καναδά, Mark Carney, εξέφρασε απόλυτη ικανοποίηση από το Κοινοβούλιο στην Οττάβα, δηλώνοντας: «Πρόκειται για μια νίκη της λογικής και του διεθνούς δικαίου», προσθέτοντας πως ο Καναδάς επιζητεί σταθερή και ισότιμη εμπορική σχέση με τις ΗΠΑ.
Ο Carney, που έχει κάνει βασικό άξονα της εξωτερικής του πολιτικής τη διάσωση του «κανόνα δικαίου» στο διεθνές εμπόριο μετά την καταστροφική δεύτερη τετραετία του Trump (Trump 2.0), χαρακτήρισε την απόφαση «ιστορική καμπή» και προανήγγειλε νέες πρωτοβουλίες για ενίσχυση των βιομηχανικών δεσμών των δύο χωρών.
Σχέδιο αντίδρασης Trump
Η κυβέρνηση Trump καταφέρθηκε σφοδρά κατά της απόφασης. Η εκπρόσωπος Τύπου του, Karoline Leavitt, τη χαρακτήρισε «κατάφωρα λανθασμένη» και δήλωσε πως υπονομεύει την εξουσία του προέδρου στις διεθνείς σχέσεις και την εθνική ασφάλεια.
Προανήγγειλε προσφυγή στο εφετείο και, αν χρειαστεί, στο Ανώτατο Δικαστήριο, ζητώντας ταυτόχρονα άμεση αναστολή της εφαρμογής. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης υποστήριξε ότι η απόφαση προκαλεί «ανεπανόρθωτη βλάβη στα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ» και πρέπει να επανεξεταστεί επειγόντως.
Η Κίνα και το γεωοικονομικό πλαίσιο
Η Κίνα χαιρέτισε την απόφαση. Η εκπρόσωπος του υπουργείου Εμπορίου, He Yongqian, χαρακτήρισε το σκεπτικό «ισχυρό μήνυμα υπέρ του πολυμερούς εμπορικού συστήματος» και κάλεσε τις ΗΠΑ να άρουν οριστικά τα μέτρα προστατευτισμού και τους περιορισμούς στις εξαγωγές τεχνολογίας.
Η απόφαση λειτουργεί πλέον ως προδικασμένο και σε άλλες διακρατικές προσφυγές στον ΠΟΕ, ενισχύοντας την επιχειρηματολογία Ε.Ε. και Καναδά.
Οικονομικός και χρηματοπιστωτικός αντίκτυπος
Οι διεθνείς αγορές υποδέχθηκαν θετικά την είδηση: άνοδος σε futures των Dow Jones και Nasdaq, ενίσχυση εξαγωγικών μετοχών σε Ιαπωνία και Ν. Κορέα, ήπια άνοδος στο πετρέλαιο και πτώση στην τιμή του χρυσού, που αντανακλά επιστροφή εμπιστοσύνης στις εμπορικές ροές.
Η Καναδική Ένωση Εξαγωγικών Βιομηχανιών χαιρέτισε την απόφαση, επισημαίνοντας ευκαιρίες επανεκκίνησης για κλάδους όπως η αυτοκινητοβιομηχανία και η αλυσίδα του χάλυβα.
Δασμοί που παραμένουν
Η απόφαση δεν αφορά όλους τους δασμούς της προεδρίας Trump. Όσοι βασίζονται στο άρθρο 232 του Trade Expansion Act του 1962, επικαλούμενοι «εθνική ασφάλεια», παραμένουν. Ο δρόμος για πλήρη διατλαντική εμπορική σταθερότητα παραμένει μακρύς.
Το επόμενο βήμα: επαναδιαπραγμάτευση
Ο Carney, σε συντονισμό με την υπουργό Διεθνούς Εμπορίου Chrystia Freeland, προανήγγειλε έναρξη διαπραγματεύσεων εντός Ιουνίου με την Ουάσιγκτον για οριστική άρση όλων των προστατευτικών μέτρων και υπογραφή «νέας διατλαντικής οικονομικής συμφωνίας αμοιβαίας εμπιστοσύνης».
Στο προσκήνιο θα τεθεί και η ενίσχυση της NORAD, καθώς και η δημιουργία «εμπορικών διαδρόμων ασφαλείας» έναντι μελλοντικών μονομερών παρεμβάσεων.
Η επόμενη εβδομάδα θα είναι καθοριστική, καθώς αναμένεται η απόφαση του Εφετείου για την αναστολή της ακύρωσης. Το ενδεχόμενο να φτάσει η υπόθεση στο Supreme Court of the United States καθιστά τη μάχη πολυεπίπεδη: νομικά, εμπορικά και πολιτικά.