Share
Visit Us
email us
CLICK TO VIEW THE WHOLE PUBLICATION ONLINE

Δημήτρης Βοχαΐτης - LJI Reporter

Ο καθηγητής Ιστορίας του πανεπιστημίου York, Σάκης Γκέκας, και η συγγραφέας-ερευνήτρια της κινεζοκαναδικής ιστορίας, Arlene Chan, ανίχνευσαν τις παράλληλες διαδρομές της ελληνικής και κινεζικής κοινότητας που σημάδεψαν καθοριστικά το Τορόντο και τον Καναδά. Τη συζήτηση συντόνισε η δημοσιογράφος Sandra Gionas αναδεικνύοντας και από τους δύο την τεκμηρίωση, μέσω ιστορικών και προσωπικών μαρτυριών, τις ομοιότητες και τις διαφορές των δύο μεταναστευτικών εθνικών ομάδων.

Κοινές αφετηρίες, διαφορετικές διαδρομές

Ο Έλληνας καθηγητής του πανεπιστημίου του York, ο οποίος διδάσκει ιστορία της νεότερης Ελλάδας και της ελληνικής μετανάστευσης και προεδρεύει της Επιτροπής Ιστορίας του Hellenic Heritage Foundation, έθεσε από την αρχή το πλαίσιο τονίζοντας ότι «Οι ελληνοκαναδοί και οι κινεζοκαναδοί μοιράζονται την κοινή εμπειρία της εγκατάστασης σε μία ξένη χώρα με ζητήματα προσαρμογής, τις διακρίσεις που υπέστησαν, σε διαφορετικό, βεβαίως, βαθμό και την ταυτόχρονη οικοδόμηση κοινοτικών θεσμών». Υπενθύμισε ότι, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία των καναδικών αρχείων, «Το 1921 οι Έλληνες στο Τορόντο ήταν τρεις με τέσσερις χιλιάδες, ενώ το 1931 ο αριθμός αυτός διπλασιάζεται».

Η Chan, πρώην βιβλιοθηκονόμος της Δημοτικής Βιβλιοθήκης του Τορόντο (Toronto Public Library) και συγγραφέας επτά βιβλίων για την κινεζοκαναδική ιστορία, αναφέρθηκε στο δημογραφικό βάθος της κινεζικής παροικίας τονίζοντας ότι «Σήμερα, οι Κινέζοι στην ευρύτερη περιοχή του Τορόντο ανέρχονται σε 600 με 700 χιλιάδες. Όταν, όμως, εγώ μεγάλωνα, μέχρι και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εδώ ζούσαν μόλις δύο με τρεις χιλιάδες κινέζοι». Μεταξύ άλλων, η ίδια τόνισε και την εσωτερική ποικιλομορφία της κινεζικής παροικίας παρότι, όπως τόνισε, «Δεν υπάρχει ένας εκπρόσωπος από κάθε κινεζική παροικία με τις διαφορετικές διαλέκτους, γλώσσες, ή αυτών που έρχονται από το βορρά ή τον νότο της Κίνας, ή από τη Σιγκαπούρη και με τις διαφορετικές πρακτικές και παραδόσεις».

Ο χώρος ως μνήμη

Και οι δύο κοινότητες αρχικά ρίζωσαν στο δημοτικό διαμέρισμα του Αγίου Ιωάννη (Saint John’s Ward), την παλαιά φτωχική ζώνη της πόλης που σήμερα οριοθετείτε γύρω από την πλατεία δημαρχείου της πόλης (Nathan Phillips Square), πριν εξαπλωθούν οι Έλληνες στη Danforth και οι Κινέζοι στην Chinatown. «Οι ομοιότητες είναι εντυπωσιακές», είπε η Arlene Chan. «Ο χωρικός διαχωρισμός, που τροφοδοτήθηκε και από διακρίσεις, λειτούργησε (ουσιαστικά) και ως προστατευτική μήτρα γλώσσας και ηθών».

Στις πρώιμες οικονομικές κινήσεις επιβίωσης, εγκατάστασης και εξέλιξης, οι παραλληλίες είναι σαφείς. Ο Έλληνας καθηγητής αποσαφήνισε ότι «Οι Έλληνες άνοιγαν εστιατόρια (diners), καφενεία, ζαχαροπλαστεία, ακόμη και λουστρατζίδικα, επιχειρήσεις μικρού κεφαλαίου στις οποίες μετείχαν όλα τα μέλη της οικογένειας και ανακύκλωση του εισοδήματος εντός της οικογένειας». Η καναδοκινέζα ιστορικός, επί του ιδίου ζητήματος και δίνοντας μία διάσταση που δεν ήταν γνωστή, τόνισε ότι «Οι κινεζικές επιχειρήσεις, πλυντήρια, εστιατόρια, μπακάλικα, ήταν εφικτές να υπάρξουν παρά του ότι υπήρχαν πάνω από εκατό αντικινεζικοί νόμοι στη Βρετανική Κολομβία. Δεν υπήρχαν επαγγελματικές διέξοδοι καθώς οι τράπεζες δεν δάνειζαν σε Κινέζους γι’ αυτό και η αυτοαπασχόληση ήτανε κανόνας».

Φοροκεφαλή, Αποκλειστικός Νόμος και η βαριά σκιά της πολιτικής

Στη συζήτηση δεν αποφεύχθηκαν και οι σκοτεινές σελίδες που καταγράφονται στα ιστορικά αρχεία. Χαρακτηριστικά η Chan υπογράμμισε ότι «Μετά την ολοκλήρωση του Canadian Pacific Railway το 1885, το κράτος επέβαλε κατά κεφαλήν φόρο στους Κινέζους. Στην αρχή ο φόρος ήταν 50 δολάρια, μετά ανέβηκε στα 100 και τέλος ανέβηκε στα 500 δολάρια (το κεφάλι). Κι όταν δεν απέδωσαν και αυτά τα μέτρα ήρθε ο νόμος για την Κινεζική Μετανάστευση (Chinese Immigration Act) του 1923 που απέκλεισε τελείως τα κινεζικά μεταναστευτικά κύματα μέχρι το 1947. Αυτή είναι και η αιτία που εξηγεί γιατί ο πληθυσμός της κινεζικής παροικίας παραμένε τόσο μικρός για δεκαετίες».

Στο σημείο αυτό ο Σάκης Γκέκας τόνισε ότι για τους Έλληνες, οι απαγορεύσεις δεν έφτασαν ποτέ σε αυτό το σημείο καθώς «Οι Έλληνες (παρότι) δεν εντάχθηκαν ποτέ στους επιθυμητούς μετανάστες για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα αλλά τέτοιος νόμος που να αποκλείει τους Έλληνες όπως αποκλείσθηκαν οι Κινέζοι, δεν υπήρξε ποτέ».

Το «βίαιο 1918»: δύο ταραχές, ένα υπόδειγμα ξενοφοβίας

Το 1918, και οι δύο κοινότητες υπέστησαν βία στους δρόμους του Τορόντο. «Οι αντιελληνικές ταραχές του Αυγούστου 1918 ξεκίνησαν από συμπλοκή σε κάποιο ελληνικό diner από την ψευδή εντύπωση ότι οι Έλληνες ήταν είτε φιλογερμανοί, είτε φυγόπονοι», ανέφερε ο Γκέκας. «Αυτό έγινε ένα εμβληματικό τραύμα και, μάλιστα, το 2018 οι Έλληνες τιμήθηκαν από τον δήμο της πόλης ως μία υπενθύμιση ότι αυτό μπορεί να συμβεί σε οποιονδήποτε».

Η καναδοκινέζα ιστορικός, στο ίδιο μήκος κύματος, πρόσθεσε ότι «Την ίδια χρονιά, η Chinatown δέχθηκε μαζικούς βανδαλισμούς μετά από επεισόδιο με στρατιώτες σε κινεζικό εστιατόριο στην Elizabeth Street. Η ομοιότητα είναι αποκαλυπτική αφού μικρές σπίθες προκατάληψης οδηγούν σε συλλογική στοχοποίηση».

Κύματα μετανάστευσης και δίκτυα: από τον πόλεμο μέχρι την κρίση χρέους

Μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξαν νέες ροές μετανάστευσης προς τον Καναδά. Επ’ αυτού ο Σάκης Γκέκας τόνισε ότι «Στους Έλληνες, η αλματώδης μετανάστευση των δεκαετιών ’50–’70 αναζωογόνησε τα κοινοτικά δίκτυα ενώ μετά το 2010, η κρίση χρέους στην Ελλάδα προκάλεσε μία τάση φυγής αφού η ανεργία έφτασε το 28% και (με αποτέλεσμα αυτού τη) μεγάλη απώλεια εισοδημάτων, κυρίως προς χώρες της ΕΕ ενεργοποιώντας την ίδια στιγμή, παλαιές σχέσεις με τον Καναδά και φέρνοντας πίσω ανθρώπους, με καναδική ιθαγένεια, δεύτερης γενιάς».

Η Arlene Chan περιέγραψε τους κινεζικούς μεταναστευτικούς κύκλους με αφετηρία την κατάργηση του αποκλεισμού του 1947 και ιδίως την αλλαγή του μεταναστευτικού συστήματος το 1967 όταν «Πρώτα ήρθε η ενοποίηση οικογενειών, ύστερα κατέφθασαν μεγάλα κύματα από το Χονγκ Κονγκ, άνθρωποι με αστική συμπεριφορά, καλή μόρφωση και κεφάλαια, και αργότερα υπήρξαν (μεταναστευτικές ροές) από την ηπειρωτική Κίνα. Ο κοινός παρονομαστής αυτών; Μία καλύτερη ζωή για τα παιδιά μας».

Θεσμοί αλληλεγγύης: από τα «tongs» στις ενορίες και τα σωματεία

«Χωρίς κρατικές υπηρεσίες, η κινεζική κοινότητα οργάνωσε οικογενειακές και τοπικές ενώσεις—τα λεγόμενα tongs (αίθουσες), συχνά παρεξηγημένα, όπου οι κινέζοι έβρισκαν νομική βοήθεια, στέγη, ακόμη και μία άτυπη πίστωση», εξήγησε η Τσαν. Επί του προκείμενου, μάλιστα, τόνισε ότι «Εάν ήσουν Τσαν, πήγαινες στην ένωση των Τσαν. Εάν ήσουν από συγκεκριμένη κομητεία, πήγαινες στην αντίστοιχη τοπική».

Για την ελληνική πλευρά, ο Έλληνας ιστορικός υπογράμμισε τον ρόλο της Εκκλησίας και των περιφερειακών συλλόγων λέγοντας ότι «Στη δεκαετία του ’20 η Εκκλησία λειτουργούσε ως ενοποιητικός θεσμός ενώ οι κατά τόπον σύλλογοι καταγωγής και τα εργατικά σωματεία συγκροτούν την κοινοτική καταγωγή».

Γλώσσα, ταυτότητα και διαδοχές γενεών

Αναφερόμενοι στο ζήτημα της γλώσσας, αναδείχθηκε το ζήτημα της ταυτότητας. «Η γλώσσα είναι όλο και περισσότερο ζήτημα επιλογής», παρατήρησε ο καθηγητής του York. «Στο παρελθόν, η διδασκαλία της γλώσσας ήταν άρρηκτα δεμένη με την Εκκλησία (και την Ελληνική Κοινότητα). Αργότερα έγινε πεδίο διεκδίκησης στη δημόσια εκπαίδευση, ιδίως στο Οντάριο και το Κεμπέκ. Σήμερα, πολλοί εκφράζουν την ελληνικότητά τους μέσω του χορού γιατί η γλώσσα είναι σκληρή ενώ ο είναι χορός πιο άμεσος».

Στο σημείο αυτό, η Τσαν κατέθεσε μία δικής της, σχεδόν γενεαλογική αλήθεια. «Πήγαινα στο φοβερό κινεζικό σχολείο κάθε απόγευμα από τις πέντε μέχρι τις επτά. Στο σπίτι, ο κανόνας ήταν να μιλάμε καντονέζικα, μέχρι που οι γονείς μας σήκωσαν τα χέρια… Τα παιδιά μου δεν μιλούν κινεζικά κι ούτε η εγγονή μου. Χωρίς τη χρήση (της γλώσσας) στο σπίτι, η διατήρηση της είναι σχεδόν αδύνατη». Την ίδια στιγμή, όμως, κατά την ομιλήτρια, η αξία που επιμένει να υπάρχει ακόμα και σήμερα, είναι η αρχή του Κομφούκιου που ορίζει «Η οικογένεια πρώτα. Σεβασμός στους μεγαλύτερους, φροντίδα στους γονείς και αυτό το μεταδίδουμε με το παράδειγμα».

Πολιτικές ρωγμές και διασπορά

Ο Γκέκας χαρτογράφησε και τις ιστορικές πολιτικές διαιρέσεις στον ελληνικό Καναδά αφού υπήρχαν «Βενιζελικοί και βασιλόφρονες στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ρωγμές κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’40 και μία μεγάλη τομή κατά τη διάρκεια της δικτατορίας (1967–74) όταν οι στάσεις είτε υπέρ, είτε κατά γίνονται σαφείς. Μάλιστα, ακόμη και η ουδετερότητα ισοδυναμούσε με κάποιας μορφής έμμεσης στήριξης».

Στην κινεζοκαναδική κοινότητα, τα διεθνή συμβάντα είχαν και αυτές τις εσωτερικές τους ανακλάσεις. «Από το SARS έως την πανδημία, κατηγορηθήκαμε συλλήβδην. Η υπόθεση των δύο Μάικλς και η ρητορική περί ξένης ανάμιξης γυρίζουν το ρολόι πίσω αφού ήταν ένα πλήγμα στο αίσθημα ένταξης και του ανήκειν», υπογράμμισε η Τσαν. Συνεχίζοντας αναφέρθηκε στα φαινόμενα ρατσισμού στον 21ο αιώνα καθώς αποτυπώνονται και σε καθημερινές μικρές συνομιλίες όπως «Μιλάτε άπταιστα αγγλικά μου λένε και είμαι άτομο τρίτης γενιάς εδώ». Στο σημείο αυτό η ίδια αυτοσυγκρατείται σκεπτόμενη «Κρατιέμαι για να μην τους απαντήσω Κι εσείς το ίδιο!». «(Το λεώ αυτό) Γιατί ο παππούς μου ήρθε στον Καναδά το 1899 και αυτό με καθιστά τρίτη γενιά». Αναφερόμενη, σε αυτό το σημείο, στις στερεοτυπικές κρίσεις βάσει της εξωτερικής εμφάνισης αναδεικνύεται πως η σταθερά αυτή για την κοινωνική ένταξη και την ισότιμη συμμετοχή τη φέρνουν στο σημείο να υπογραμμίσει έντονα ότι «Οι υποθέσεις με βάση την όψη μας πρέπει να τελειώσουν».

Συμμαχίες και ανοιχτά ερωτήματα

Κλείνοντας τη συζήτηση και οι δύο ερευνητές τόνισαν η διακοινοτική συνεργασία υπήρχε ανέκαθεν έστω κι αυτή είναι άνισα καταγεγραμμένη. «Η εβραϊκή και η κινεζική κοινότητα συνέδεσαν νωρίς τις δυνάμεις τους στο φτωχό διαμέρισμα της πόλης. Ένας Κινέζος και ένας Εβραίος δικηγόρος συνέβαλαν παρέα και καθοριστικά στην κατάργηση του Νόμου Αποκλεισμού» σημείωσε Τσαν. «Για τους Έλληνες; Δεν έχω τεκμήρια και αυτό από μόνο του είναι ένα ερευνητικό στοίχημα».

Ο Σάκης Γκέκας συμφώνησε με τη συνομιλήτρια του λέγοντας ότι «Στο York, τα ελληνικά, τα πορτογαλικά και τα ιταλικά αρχειακά προγράμματα αναζητούν τέτοιες γέφυρες, επιχειρήσεις, γειτονιές, κοινές πρωτοβουλίες, και πρέπει να τις βρούμε».

Τα κοινά μαθήματα της μετανάστευσης

Αν κάτι έμεινε να αιωρείται στην αίθουσα, ήταν η αίσθηση μίας κοινής καταγραφής της καναδικής ιστορίας η οποία πλέκεται από πολλαπλές εμπειρίες. «Μοιραζόμαστε περισσότερα από όσα μας χωρίζουν», η Τσαν συμπληρώνοντας ότι «Η ποικιλομορφία είναι αριθμός. Η ένταξη είναι διαδικασία». Ο Έλληνας πανεπιστημιακός συμπλήρωσε με μία πρακτική συμβουλή μνήμης «Μιλήστε στα παιδιά για την πατρίδα. Πηγαίνετέ τα εκεί. Ενθαρρύνετε τους ό,τι αγαπούν. Η ταυτότητα χτίζεται με πράξεις».

Posted 
October 31, 2025
 in 
Community
 category

Join Our Newsletter and Get the Latest
Posts to Your Inbox

No spam ever. Read our Privacy Policy
Thank you! Your submission has been received!
Oops! Something went wrong while submitting the form.