
Δημήτρης Βοχαΐτης - LJI Reporter
Η ανακοίνωση των δασμών από τις Ηνωμένες Πολιτείες και η προοπτική εμπορικής ρήξης με την Ουάσινγκτον προκάλεσαν πολιτικό σεισμό στον Καναδά, με την αντιπολίτευση να κατηγορεί τον Καναδό πρωθυπουργό, Μαρκ Κάρνεϊ, για «υποχωρητικότητα» ενώ από την άλλη πλευρά φιλοκυβερνητικές φωνές κάνουν λόγο για «ψύχραιμη διαχείριση σε ένα τοξικό διεθνές περιβάλλον».
Σε δηλώσεις του ο εξωκοινοβουλευτικός αρχηγός του Συντηρητικού κόμματος, Πιέρ Πουαλιέβρ (Pierre Poilievre), ο οποίος έχασε την έδρα του στη Βουλή των Κοινοτήτων, έχει δηλώσει ότι «η κυβέρνηση απέτυχε να προστατεύσει τους Καναδούς εργαζόμενους και δεν προέβλεψε την επερχόμενη κρίση, επιμένοντας σε έναν αφελή διάλογο με έναν εσκεμμένα απρόβλεπτο συνομιλητή». Στις συνήθης δηλώσεις του από τους διαδρόμους του κοινοβουλίου, όπου πρέπει να συνοδεύεται από εκλεγμένο βουλευτή γιατί αλλιώς απαγορεύεται η παρουσία του στους διαδρόμους του κτηρίου ως μη εκλεγμένος, έχει ζητήσει την άμεση αναστολή των συνομιλιών με την Ουάσινγκτον και την ενεργοποίηση ενός «εθνικού μηχανισμού εμπορικής άμυνας».
Έπαρχοι, όπως της Αλμπέρτα, Ντάνιελ Σμιθ (Danielle Smith), εμμένουν οι δυτικές επαρχίες που είναι εξαρτώμενες από τις εξαγωγές πετρελαίου, αλουμινίου και μεταλλευμάτων βρίσκονται σε «κόκκινο συναγερμό» καλώντας την Οττάβα να αποδεσμευτεί εμπορικά από τις ΗΠΑ και να ενισχύσει στρατηγικές συνεργασίες με την Ινδία, τη Νότια Κορέα και τις χώρες του Ειρηνικού.
Αντίθετα, το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας (NDP) έχει υποστηρίξει ότι «η κυβέρνηση οφείλει να δώσει έμφαση στην εσωτερική ενίσχυση της παραγωγής και των κοινωνικών υποδομών και όχι να τρέχει πίσω από γεωπολιτικές κρίσεις». Έχει ζητήσει να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο στήριξης των χαμηλόμισθων εργαζομένων στους τομείς εξαγωγής και τον έλεγχο των τιμών σε βασικά αγαθά προκειμένου να αποτραπεί νέο κύμα ακρίβειας.
Το Bloc Québécois, από την πλευρά του, έχει χαρακτηρίσει την κρίση «πλήγμα στην αυτονομία του Κεμπέκ» κατηγορώντας την ομοσπονδιακή κυβέρνηση ότι δεν έχει προστατεύσει τις γαλακτοκομικές ενώσεις και τους παραγωγούς της επαρχίας από τις επαναλαμβανόμενες απαιτήσεις της Ουάσινγκτον.
Ο νέος γεωοικονομικός χάρτης του Καναδά
Στο πλαίσιο των γεωοικονομικών και γεωπολιτικών σχέσεων, ο Καναδός πρωθυπουργός φαίνεται να επιταχύνει τις προσπάθειες για τη διαμόρφωση ενός πολυδιάστατου δικτύου εμπορικών και πολιτικών συμμαχιών που θα επιτρέψουν στον Καναδά να αποδεσμευτεί, έστω εν μέρει, από τη σχεδόν μονομερή εξάρτηση από την αμερικανική αγορά.
Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, η Οττάβα βρίσκεται σε προχωρημένες συνομιλίες για νέα συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την Ινδία (Canada–India Early Progress Trade Agreement), ενώ επανενεργοποιούνται διαπραγματεύσεις με το Mercosur (κοινή αγορά της Νότιας Αμερικής), και εξετάζεται η επέκταση της Συμφωνίας CPTPP (Comprehensive and Progressive Agreement for Trans-Pacific Partnership), με ενίσχυση των δεσμών του με την Αυστραλία, το Βιετνάμ και τη Μαλαισία.
Ειδική έμφαση δίνεται και στον καναδοευρωπαϊκό διάλογο μέσω της CETA (Comprehensive Economic and Trade Agreement), η οποία, σύμφωνα με τον Καναδό υπουργό Διεθνούς Εμπορίου, Μάρκους Ντέλαουνεϊ, μπορεί να εξελιχθεί σε «αντίβαρο απέναντι στην οικονομική αστάθεια που προκαλεί η Ουάσινγκτον».
Τέλος, μείζονος σημασίας θεωρείται η προσπάθεια οικοδόμησης νέου στρατηγικού άξονα Βορρά–Νότου, μέσω ενίσχυσης του διαλόγου με το Μεξικό, την Κολομβία και τη Χιλή, τόσο σε επίπεδο ενέργειας όσο και στις πρώτες ύλες, όπως ο χαλκός και το λίθιο.