Share
Visit Us
email us
CLICK TO VIEW THE WHOLE PUBLICATION ONLINE

Δημήτρης Βοχαΐτης - LJI Reporter
«Επίθεση» εξαπέλυσε εκ νέου προς τον στενότερο εμπορικό του εταίρο και σύμμαχο ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, με ανάρτηση στην προσωπική του πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Truth Social μέσω της οποίας ανακοίνωσε την πρόθεσή του να επιβάλει δασμούς ύψους 35% σε όλα τα καναδικά προϊόντα από την 1η Αυγούστου εφόσον δεν επιτευχθεί έως τότε νέα εμπορική συμφωνία μεταξύ Καναδά και ΗΠΑ.

Ο Καναδός πρωθυπουργός, Μαρκ Κάρνεϊ, απαντώντας μέσω ανάρτησής του στην πλατφόρμα X, τόνισε ότι η κυβέρνησή του «θα συνεχίσει να υπερασπίζεται τους Καναδούς εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις» ενώ απέφυγε να κλιμακώσει ρητορικά την αντιπαράθεση διατηρώντας το διπλωματικό ύφος που έχει υιοθετήσει η Οττάβα από την επανεκλογή Τραμπ και καθ’ όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων.

Οι δηλώσεις Τραμπ δεν περιορίστηκαν μόνο στον Καναδά. Αντίστοιχες απειλές απευθύνθηκαν και σε περισσότερους από 20 εμπορικούς εταίρους των Ηνωμένων Πολιτειών ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι σύντομα θα επιβάλει και νέους δασμούς και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα, έχει ήδη ανακοινώσει δασμούς 50% σε παγκόσμιες εισαγωγές αλουμινίου και χάλυβα, 25% στα αυτοκίνητα και φορτηγά που δεν κατασκευάζονται εντός ΗΠΑ, καθώς και νέο δασμό 50% στον χαλκό ο οποίος, θεωρητικά, πρόκειται να τεθεί σε ισχύ την 1η Αυγούστου.

Οι απειλές αυτές διατυπώνονται μόλις λίγες ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας της 21ης Ιουλίου για την επίτευξη νέας εμπορικής και αμυντικής συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ και Καναδά. Μία προθεσμία που έχει τεθεί από κοινού από τον Τραμπ και τον Κάρνεϊ κατά τη διάρκεια της διμερούς συνάντησης που είχαν οι δύο άνδρες στο περιθώριο της πρόσφατης συνόδου της G7 στην Αλμπέρτα στις αρχές Ιουλίου. H Οττάβα, όμως, έχει ήδη απαντήσει και αυτή με αντίμετρα και προειδοποιεί με νέα πρόσθετα μέτρα.
Το στοιχείο, όμως, που πυροδότησε τις εντονότερες αντιδράσεις, τόσο στον Καναδά όσο και διεθνώς, είναι η σύνδεση των απειλούμενων δασμών με ζητήματα που υπερβαίνουν το καθαρά εμπορικό πεδίο αφού ο Τραμπ κατηγόρησε τον Καναδά για «αποτυχία στον περιορισμό της ροής φαιντανύλης στις Ηνωμένες Πολιτείες» καθώς και για δασμούς στον αμερικανικό γαλακτοκομικό τομέα και ύπαρξη ελλείμματος στο διμερές ισοζύγιο εμπορίου. Σε δηλώσεις που έκανε τόνισε ότι «Εάν ο Καναδάς συνεργαστεί μαζί μου για να σταματήσει τη ροή της φαιντανύλης, τότε ίσως αναθεωρήσουμε την παρούσα επιστολή (σημείωση, την επιβολή αυτών των δασμών). Οι δασμοί αυτοί ενδέχεται να αυξηθούν ή να μειωθούν, αναλόγως της σχέσης μας με τη χώρα σας».
Ωστόσο, σύμφωνα με δεδομένα της Υπηρεσίας Τελωνείων και Συνοριακής Προστασίας των ΗΠΑ (CBP) αναδεικνύουν ότι μόλις το 0,2 έως 0,6% των κατασχέσεων φαιντανύλης γίνεται στα σύνορα με τον Καναδά ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των ποσοτήτων που εισέρχονται στις ΗΠΑ έχουν δίοδο τους από το νότιο σύνορο τους με το Μεξικό. Η Οττάβα, εντούτοις, έχει ανακοινώσει ήδη αύξηση των κονδυλίων για τη συνοριακή ασφάλεια και τον διορισμό ειδικού απεσταλμένου για το ζήτημα της φαιντανύλης, ως απάντηση στις επανειλημμένες επικρίσεις του Αμερικανού προέδρου.
Η οικονομική εξάρτηση του Καναδά από τις Ηνωμένες Πολιτείες έχει καταστίσει την απειλή δασμών ιδιαίτερα ανησυχητική καθώς περίπου το 75% των καναδικών εξαγωγών καταλήγει στην αμερικανική αγορά. Έναν γεγονός που καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτους τους τομείς της αυτοκινητοβιομηχανίας και των μετάλλων. Οικονομολόγοι, όπως ο καθηγητής Ρίτσαρντ Ουίλκινσον του πανεπιστημίου της Οττάβας, προειδοποιούν για «ντόμινο επιπτώσεων στην εφοδιαστική αλυσίδα της Βόρειας Αμερικής» εάν οι δασμοί εφαρμοστούν χωρίς εξαίρεση για το CUSMA (Canada–United States–Mexico Agreement). Αν και προς το παρόν η ισχύουσα εξαίρεση για τα προϊόντα που συμμορφώνονται με το CUSMA φαίνεται να διατηρείται, κυβερνητικές πηγές επισημαίνουν ότι βρίσκεται υπό αναθεώρηση καθώς η πίεση Τραμπ αποσκοπεί ακριβώς στην επαναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας αυτής.

Σε ερώτηση που έγινε στην υπουργό Βιομηχανίας του Καναδά, Μέλανι Ζολί, εάν η χώρα κάνει αρκετά για να υπερασπιστεί τα καναδικά συμφέροντα η ίδια απάντησε ότι «Δεν θα διαπραγματευτούμε δημοσίως» παραπέμποντας στο πλαίσιο των κλειστών διαβουλεύσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη. Από την άλλη πλευρά, η απόφαση της καναδικής κυβέρνησης, στα τέλη Ιουνίου, να καταργήσει τον φόρο επί των μεγάλων αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών από την πλευρά του Καναδά, ένα μέτρο που ο Τραμπ είχε χαρακτηρίσει ως «κατάφωρη επίθεση», ερμηνεύεται από πολλούς ως κίνηση καλής θέλησης η οποία, ωστώσο, δεν απέφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Στη διεθνή σκηνή, κυβερνήσεις ευρωπαϊκών χωρών, όπως της Γαλλίας και της Γερμανίας, παρακολουθούν με ανησυχία τη δυναμική κλιμάκωσης του νέου κύκλου προστατευτισμού φοβούμενες πως και οι ίδιες θα βρεθούν στο επίκεντρο των νέων δασμολογικών επιθέσεων της Ουάσινγκτον. Στην Ασία, με πρώτες την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα, επικρατεί ήδη έντονη αναστάτωση έπειτα από τις πρόσφατες εξαγγελίες του ενοίκου του Λευκού Οίκου περί επιβολής δασμών σε σειρά μετάλλων και μηχανολογικού εξοπλισμού με ΜΜΕ της ηπείρου να κάνουν λόγο για «νέο εμπορικό Ψυχρό Πόλεμο».

Ακαδημαϊκοί, όπως η καθηγήτρια διεθνούς πολιτικής, Έρικα Τζόνσον, του πανεπιστημίου του Τορόντο, υπογραμμίζουν ότι «ο Τραμπ χρησιμοποιεί το εμπόριο όχι ως εργαλείο διαπραγμάτευσης, αλλά ως μηχανισμό εξαναγκασμού συνδέοντας στρατηγικά ζητήματα ασφάλειας με δασμολογικές πολιτικές. Ένα μοντέλο που θυμίζει τη συμπεριφορά της Κίνας και όχι μίας φιλελεύθερης δημοκρατίας».
Την ίδια στιγμή, έντονες είναι οι ανησυχίες και στην καναδική καναδική επιχειρηματική κοινότητα, ιδίως στους τομείς που βασίζονται στην κάθετη διασύνδεση με την αμερικανική αγορά, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, ο ορυκτός πλούτος και η ενέργεια. Ο διευθύνων σύμβουλος της Magna International, μίας εκ των κορυφαίων καναδικών εταιρειών στον τομέα των ανταλλακτικών αυτοκινήτων, δήλωσε χαρακτηριστικήα ότι «Στην οικονομία, η αβεβαιότητα είναι ο θάνατος. Δεν μπορούμε να σχεδιάσουμε, να επενδύσουμε ή να διαπραγματευτούμε όταν οι κανόνες αλλάζουν μονομερώς κάθε εβδομάδα». Σύμφωνα με στοιχεία του Καναδικού Εμπορικού Επιμελητηρίου (Canadian Chamber of Commerce), το 62% των μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων θεωρεί πλέον την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ ως τον βασικό εξωγενή παράγοντα ρίσκου για την περίοδο 2025-2026.

Σε αναλύσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας επισημαίνεται ότι παρά τη ρητορική συγκράτησης που υπάρχει από την πλευρά της Οττάβα το επιχειρηματικό λόμπι στον Καναδά εντείνει τις πιέσεις του προς την ομοσπονδιακή κυβέρνηση ζητώντας πιο σαφή στρατηγική απάντηση και συγκεκριμένα μέτρα στήριξης για τους πλέον ευάλωτους τομείς. Σε εσωτερικό έγγραφο που είδε το φως της δημοσιότητας γίνεται αναφορά σε ενδεχόμενη ενεργοποίηση «μηχανισμών αποζημίωσης» μέσω του Οργανισμού Εξαγωγικών Πιστώσεων Καναδά (Export Development Canada) αλλά και προσωρινή φορολογική ανακούφιση για τις βιομηχανίες που πλήττονται περισσότερο από τις διακυμάνσεις των δασμών.

Posted 
July 18, 2025
 in 
Ομογένεια ΚΑΝΑΔΑΣ
 category

Join Our Newsletter and Get the Latest
Posts to Your Inbox

No spam ever. Read our Privacy Policy
Thank you! Your submission has been received!
Oops! Something went wrong while submitting the form.