Share
Visit Us
email us
CLICK TO VIEW THE WHOLE PUBLICATION ONLINE

Ιωάννης Δ. Κακουδάκης Αντιστράτηγος
Διευθυντής της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού/ΓΕΣ και Πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής Στρατιωτικής Ιστορίας/ΓΕΕΘΑ


«Το την πόλιν σοι δούναι ουτ’ εμόν έστι ούτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη∙ κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαι- ρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών!»
(Μιχαήλ Δούκας, ΧΧΧΙΧ, 1)
(Το να σου παραδώσω την πόλη ούτε σε εμένα ανήκει ούτε σε κανέναν άλλο από αυτούς που την κατοικούν∙ γιατί είναι κοινή από- φαση όλοι να πεθάνουμε με τη θέλησή μας και δεν λυπόμαστε για τη ζωή μας!)


Αυτή ήταν η γενναία απάντηση του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου, στις δελεαστικές προτάσεις του Σουλτάνου Μωάμεθ Β΄ στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, ο οποίος με τελεσίγραφό του ζητούσε:
«Ή καταλιπείν την πόλιν και απελθείν ένθα και βούλει μετά των σων αρχόντων και υπαρχόντων ή αντιστήναι και συν τη ζωή και τα υπάρχοντα απολέσεις, σύ τε και οι μετά σου.»
(ή εγκαταλείπεις την πόλη και φεύγεις με τη θέλησή σου μαζί με τους άρχοντες και τα υπάρχοντά σου, ή αντιστέκεσαι και χάνεις και τη ζωή και τα υπάρχοντα, τα δικά σου και αυτών που σε ακολουθούν.)

Η απάντηση αυτή ήταν μια από τις πιο ρωμαλέες και γόνιμες αντιδράσεις της ελληνικής ψυχής. Ήταν ένα επιπλέον ΟΧΙ στην αλυσίδα των πολλών που συνδέουν άρρηκτα διαμέσου των αιώνων την εθνική και ιστορική μας πορεία. Ωστόσο, ήταν και το κύκνειο άσμα μιας μεγάλης και λαμπρής αυτοκρατορίας, η οποία για πάνω από χίλια χρόνια φώτιζε και παίδευε τον κόσμο. Μιας αυτοκρατορίας που δημιουργήθηκε από τη λαμπρότητα του Μεγάλου Κων/νου Α΄, γιου της Ελένης, και χάθηκε πάλι με τη γενναιότητα του Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου, Ελένης Δραγάτση γιου πάλι.
«Κωνσταντίνος γαρ, ευτυχής βασιλεύς, Ελένης υιός, ανέστησε τε ταύτην και εις άκρον ευδαιμονίας και τύχης επήρε, και πάλιν επί Κωνσταντίνου, δυστυχούς βασιλέως, Ελένης υιού, εάλω τε και εις εσχάτην δουλείαν τε και κακοδαιμονίαν κατήχθη.»
(Κριτόβουλος ο Ίμβριος-Υμνητής του Μωάμεθ Β΄)
Και έτσι επαληθεύτηκε η προφητεία, ότι θα πέσει η Πόλη, όταν θα είναι αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, γιος Ελένης.

Το 324 μ.Χ. ο Μέγας Κωνσταντίνος αποφάσισε να δημιουργή- σει μια νέα πρωτεύουσα για να σώσει την Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Κατάλληλο μέρος για να στεγάσει το νέο αυτοκράτορα θεωρήθηκε η περιοχή της Πολίχνης του Βυζαντίου, μιας πόλης με στρατηγική θέση που ένωνε την Ανατολή με τη Δύση και το Βορρά με το Νότο. Όταν έγιναν τα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης, της Νέας Ρώμης, την 11η Μαΐου του 330 μ.Χ., κανείς δεν φανταζόταν ότι η πόλη αυτή θα αποτελούσε το κέντρο της οικουμένης που θα γοήτευε φίλους και εχθρούς με τη δόξα και το μεγαλείο της. Η «Επτάλοφος πόλη», με τις εκκλησίες της, τον πλούτο και τη μεγαλοπρέπειά της, αποτέλεσε μια συνεχή πρόκληση για όλους τους πολιτισμένους και μη λαούς, οι οποίοι κινούνταν στα βόρεια και ανατολικά σύνορά της. Όλοι όμως γνώριζαν και τα ισχυρά, απόρθητα, θεοδοσιακά τείχη που προστάτευαν τη Βασιλεύουσα, παρέχοντάς της προστασία, ασφάλεια και δύναμη. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, πως και τις 22 φορές που η Πόλη πολιορκήθηκε, οι πολιορκητές της καταστράφηκαν. Λογικά, λοιπόν, είχε δημιουργηθεί ο θρύλος πως η Κωνσταντινούπολη δεν πρόκειται να αλωθεί ποτέ! Ακόμα και όταν η Πόλη πολιορκούνταν από τους Φράγκους σταυροφόρους το 1204 χρειάστηκε η προδοσία από Βυζαντινούς αξιωματούχους για να πέσει! Η άλωση της Κωνσταντινούπολης στις 12 Απριλίου 1204 αποτέλεσε την αφετηρία του οριστικού της τέλους.
Η Κωνσταντινούπολη και η Βυζαντινή Αυτοκρατορία για περίπου μια χιλιετία αποτελούσαν το προπύργιο του χριστιανισμού και του πολιτισμού. Όλοι οι εχθροί της χριστιανοσύνης χάνονταν μπροστά στα τείχη της Κωνσταντινούπολης. Οι Πέρσες και οι Άβαροι το 626, οι Ρώσοι το 860 και οι Βούλγαροι το 917. Οι σημαντικότερες όμως πολιορκίες, που καθόρισαν την ύπαρξη και το μέλλον τόσο της Βυζαντινής Aυτοκρατορίας, όσο και της χριστιανικής Ευρώπης, ήταν αυτές των Αράβων το 674 και το 717 μ.Χ. Ωστόσο, η Κωνσταντινούπολη ήταν εκείνη που μετέδωσε το χριστιανισμό στην Ευρώπη, ήταν εκείνη που διαφύλαξε και διέδωσε στον τότε γνωστό κόσμο τις γνώσεις των αρχαίων φιλοσόφων. Δίκαια, λοιπόν, χαρακτηρίστηκε ως «ο μοναδικός φάρος που έλαμπε μέσα στο σκοτάδι του Μεσαίωνα».

Η αρχή του τέλους της κραταιάς αυτοκρατορίας άρχισε, όπως προείπα, όταν οι Φράγκοι άλωσαν για πρώτη φορά την Κωνσταντινούπολη το 1204. Η φρικτή λεηλασία τότε της Βασιλεύουσας από τους σταυροφόρους στέρησε την πόλη από τα συσσωρευμένα αμύθητα πλούτη και τους ανεξάντλητους θησαυρούς τέχνης που είχε. Στην περίοδο της Φραγκοκρατίας όλοι αυτοί οι θησαυροί αφαιρέθηκαν από το οργανικό τους σύνολο και κόσμησαν τα μεγάλα κέντρα της Δύσης. Ακόμα και όταν η Πόλη ανακτήθηκε από τον στρατηγό τού Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου, Αλέξιο Στρατηγόπουλο το 1261, δεν μπόρεσε να αποκτήσει την παλαιά της δύναμη. Αντίθετα, τα προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει η Κωνσταντινούπολη ήταν τεράστια. Η οικονομική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η αυτοκρατορία ήταν φρικτή. Η εξαφάνιση της μικρής, ελεύθερης γεωργικής ιδιοκτησίας, η οποία στήριζε οικονομικά και στρατιωτικά το Βυζάντιο στα χρόνια της κυριαρχίας του, είχε ως αποτέλεσμα να καταπιέζονται οι πληθυσμοί της υπαίθρου καθώς και η κεντρική διοίκηση. Έτσι, με τη μετατροπή των μικροκαλλιεργητών σε δουλοπάροικους, επιταχύνθηκε η πτώση του Βυζαντίου. Παράλληλα, με τη χορήγηση εμπορικών προνομίων στις ιταλικές πόλεις, το βυζαντινό εμπόριο και η ναυτιλία παρήκμασαν.

Και στο στρατιωτικό τομέα τα λάθη των τελευταίων Βυζαντινών αυτοκρατόρων ήταν μεγάλα και καταστροφικά. Η παραμέληση του ναυτικού, που αποτελούσε τη δύναμη της αυτοκρατορίας και είχε καταστήσει τη Μεσόγειο θάλασσα «βυζαντινή λίμνη», οδήγησε στη δημιουργία νέων ναυτικών δυνάμεων που αντικατέστησαν την αυτοκρατορία, τόσο εμπορικά, όσο και στρατιωτικά. Επιπλέον, οι βυζαντινοί αυτοκράτορες αντικατέστησαν τον εθνικό βυζαντινό στρατό, που αποτελούσε το 4 φόβητρο των εχθρών του Βυζαντίου, με μισθοφόρους που δεν γνώριζαν καν την ιστορία της αυτοκρατορίας και το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν το χρήμα. Οι άνθρωποι αυτοί δεν δίστασαν να παρατήσουν την Κωνσταντινούπολη και να συστρατευθούν με τους Οθωμανούς, όταν πια φαινόταν πως οι μέρες της Πόλης ήταν λίγες.
Η ελάττωση του πληθυσμού στις ανατολικές περιοχές της αυτοκρατορίας και η έλλειψη ικανού στρατού είχαν ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη ενός νέου κράτους, του Οθωμανικού. Μέσα σε λίγα χρόνια το μικρό αυτό κρατίδιο κατάφερε να κυριαρχήσει στην πλουσιότερη επαρχία του Βυζαντίου, τη Μικρά Ασία, και μέσα σε περίπου 50 χρόνια οι Τούρκοι είχαν φτάσει στα Βαλκάνια.

Το Βυζάντιο άργησε να αντιληφθεί τον κίνδυνο και πλέον η κατάσταση είχε ξεφύγει από τον έλεγχό του. Όταν το 1354 οι Τούρκοι κατέλαβαν την Καλλίπολη στη Θράκη, η προέλασή τους στα Βαλκάνια ήταν εύκολη. Οι ελεύθερες βυζαντινές περιοχές έπεφταν διαδοχικά στα χέρια των Τούρκων με την αυτοκρατορία ανήμπορη να αντιδράσει. Αυτή η ραγδαία εξάπλωση του οθωμανικού κράτους οδήγησε τους Παλαιολόγους, τους τελευταίους αυτοκράτορες του Βυζαντίου, να στραφούν για βοήθεια στη Δύση. Για να επιτευχθεί όμως συμφωνία, έπρεπε να υποχωρήσει η Ανατολική Εκκλησία στις αξιώσεις της Δυτικής, αναγνωρίζοντας το πρωτείο του Πάπα. Οι Παλαιολόγοι, καθώς και πολλοί ανώτεροι κληρικοί και αξιωματούχοι, μπροστά στον κίνδυνο να χαθεί η αυτοκρατορία, δέχθηκαν να κάνουν αυτή τη θυσία και να αναγνωρίσουν τα πρωτεία του Πάπα, οδηγώντας τις δυο Εκκλησίες στην ένωση. Έτσι, το 1439 στη σύνοδο της Φλωρεντίας, υπογράφηκε και από τα δύο μέρη η Ένωση των Εκκλησιών. Ο λαός όμως και το μεγαλύτερο μέρος του κλήρου ήταν αντίθετο σ’ αυτή την ένωση και την πολέμησαν με βιαιότητα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, παραμονές της πολιορκίας της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους, η Πόλη να μαστίζεται από εμφύλιες συγκρούσεις μεταξύ Ενωτικών και Ανθενωτικών. Παράλληλα, ο Σουλτάνος Μουράτ Β΄ συνέχιζε την κατάκτηση των Βαλκανίων, ενώ ο Δεσπότης του Μυστρά και αδερφός του αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγου, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος (ο μετέπειτα αυτοκράτορας), αντιστεκόταν ηρωικά στον Τούρκο κατακτητή.

Το 1449 ο Κωνσταντίνος διαδέχθηκε στο θρόνο τον αδερφό του και προετοίμασε την Πόλη για τη διαφαινόμενη πολιορκία. Έμελλε να είναι ο τελευταίος υπερασπιστής της μακροβιότερης και ισχυρότερης αυτοκρατορίας, αλλά και ο πιο υπερήφανος και γενναίος απ’ όλους τους προκατόχους του!
Το 1451 τον Σουλτάνο Μουράτ Β΄ διαδέχτηκε στο θρόνο ο γιος του Μωάμεθ Β΄, σε ηλικία 21 ετών, ο επονομαζόμενος «Πορθητής» και αποκαλούμενος από τους Τούρκους Μεχμέτ «Φατίχ», δηλαδή «κοντοπόδαρος». Ο Μωάμεθ ήταν ένας πολύ φιλόδοξος σουλτάνος, που θα εκπλήρωνε το χρησμό του προφήτη Μωάμεθ, ότι «όποιος κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη, αυτός θα είναι και ο μεγαλύτερος στρατηγός!». Έτσι, ο Μωάμεθ άρχισε τις προετοιμασίες για την πολιορκία της Βασιλεύουσας. Η δημιουργία του ισχυρού φρουρίου Ρούμελη Χισάρ στον Εύξεινο Πόντο, η συγκέντρωση μεγάλων στρατιωτικών μονάδων, και η κατασκευή του ισχυρού πυροβόλου από τον ειδικό μηχανικό Ουρβανό για να καταστραφούν τα τείχη, ήταν σοβαρές ενδείξεις ότι δεν θα αργούσε ο νεαρός Σουλτάνος να επιτεθεί.

Και ο Κωνσταντίνος όμως δεν έμεινε άπραγος. Ο αυτοκράτορας, που εκτός από τόλμη και γενναιότητα χαρακτηριζό- ταν και από σύνεση, άρχισε να επισκευάζει τα τείχη της Πόλης, που είχαν μείνει παραμελημένα από τους προηγούμενους αυτοκράτορες, και απηύθυνε έκκληση βοήθειας στη Δύση, βοήθεια που δυστυχώς, δεν έφτασε ποτέ. Ελάχιστοι ήταν οι εθελοντές που απάντησαν στο κάλεσμά του. Η άμυνα του κράτους ανατέθηκε στον Γενουάτη Στρατηγό Ιωάννη Ιουστινιάνι. Αν και είναι δύσκολο να υπολογίσουμε τον ακριβή αριθμό των δυνάμεων, τόσο των Βυζαντινών, όσο και των Τούρκων, εντούτοις θεωρούμε σήμερα πως οι δυνάμεις των Τούρκων ήταν περίπου 260.000 άνδρες ή κατ’ άλλες πηγές 400.000 ή 700.000 άνδρες και 420 πλοία, ενώ των Βυζαντινών ήταν περίπου 9.000 μαχητές, από τους οποίους οι 4.000 ήταν ξένοι μισθοφόροι, και μόλις 39 πλοία, από τα οποία 12 μόνο ήταν ελληνικά. Αναλογία δυνάμεων 1:29 υπέρ των Τούρκων. Ήταν λοιπόν φανερό ότι οι Βυζαντινοί βρίσκονταν σε δυσχερέστατη θέση και ότι μόνο το θάρρος και η ανδρεία, δεν θα τους έσωζαν. Δυστυχώς, η μοίρα της Πόλης ήταν καταδικασμένη.

Posted 
May 30, 2025
 in 
Ιστορία
 category

Join Our Newsletter and Get the Latest
Posts to Your Inbox

No spam ever. Read our Privacy Policy
Thank you! Your submission has been received!
Oops! Something went wrong while submitting the form.